Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2007

7+1

Μετά από την αγγελική πρόσκληση της Anamella,θα αναφέρω τα 7+1 γεγονότα που με σημάδεψαν το 2007.Δεν είναι με χρονολογική σειρά, γιατί ως γνωστόν έχω μνήμη χρυσόψαρου, αλλά θα κάνω ό,τι μπορώ για να μην ξεχάσω τίποτα.

1.Πέρασα στις εξετάσεις του ΑΣΕΠ. Δεν το περίμενα, δεν ήταν καν στα σχέδιά μου να δώσω, αλλά μετά από γκρίνια από τους γονείς μου, αποφάσισα να κάνω μια προσπάθεια, κυρίως με τη σκέψη ότι 312 άτομα θα πάρουν όλους κι όλους, σιγά μην είμαι μέσα. Αλλά έλα που έσπασε ο Λούσιφερ το ποδάρι του, και όταν βγήκαν τα αποτελέσματα ήμουν στους διοριστέους…Και τώρα από Αύγουστο ετοιμάζω τα γελαστρόνια και τα μπογαλάκια μου. Άντε να δούμε από πού θα τα λέμε από Σεπτέμβρη.

2.Ταξίδεψα στο Παρίσι κατά τη διάρκεια των πασχαλινών διακοπών, με το Μούκο μου, όπου περάσαμε πάαααρα πολύ ωραία, κι ας φοβόμουν λιγάκι στο αεροπλάνο (Μούκε μη δείξεις την πανικόβλητη φάτσα μου στη φωτογραφία που με έβγαλες πριν την απογείωση).

3.Επίσης ταξιδέψαμε στο κοσμοπολίτικο Λονδίνο, περάσαμε εξαιρετικά, αλλά τα υπόλοιπα σας τα κρατάω έκπληξη για τα ποστ που θα επακολουθήσουν.

4.Ας περάσουμε και στα πιο…συναισθηματικά σημαδιακά του 2007. Η χρονιά φέτος μου επιφύλασσε πολλές εκπλήξεις και χαρές. Γνώρισα πολλούς καινούριους ανθρώπους, μέσα στους οποίους ήταν και ο καλύτερος μου φίλος. Εντάξει, είναι λίγο γκρινιάρης, λίγο άτυχος, λίγο κλαψιάρης, αλλά τι να κάνουμε, τον αγαπάμε πολύ πολύ. Κυρίως επειδή πάντα έχει την έννοια μου, και ξέρω ότι ο κόσμος να χαλάσει, πάντα θα με ακούσει με καρτερία και αγάπη (μετά ανακάλυψα ότι το κάνει για να μπορεί να με δουλεύει μετά που ξεπερνάω το πρόβλημα που μου φαινόταν βουνό αλλά τελικά ήταν πολύ απλό στη λύση του).Εϊ κλαψιάρη, μην συγκινηθείς πάλι όταν διαβάσεις το ποστ! :@Ρ

5.Μετά λοιπόν από τον προαναφερθέντα κύριο, και πάνω που νόμιζα ότι όλα είναι εντάξει και τακτοποιημένα στη ζωή μου, πετάχτηκε μες στη μέση μία…πώς να την πω τώρα…φίλη δεν είναι, συγγενής δεν είναι, πώς να σας εξηγήσω…Είναι σαν να βρίσκεις ένα κομμάτι σου που έλειπε. Ε και προφανώς πάνω που είχα βαρεθεί τόσα χρόνια να το ψάχνω, είπε να εμφανιστεί στα καλά καθούμενα μπροστά μου (κυριολεκτώ) και να μου πετάξει μια ωραιοτάτη κεραμίδα κατακέφαλα. Ε, από τότε λοιπόν, ακόμα δε μπορώ να ξεχάσω το καρούμπαλο, το οποίο είχε βαρύτατες επιπτώσεις, που εμφανίζονται όποτε με παίρνει αγκαλιά και δε μπορώ να ξεκολλήσω, και όποτε μου λέει ότι της λείπω κι ότι μ’ αγαπάει, κι εγώ το καημένο δε μπορώ να αρθρώσω λέξη. Λούζι μου, σ’ αγαπάω πολύ κι ας μη στο λέω όσο συχνά θέλω.

6.Μετά από όλα αυτά, την έντυσα και νυφούλα και την παρέδωσα σε γνωστό προαναφερθέν γελαστρόνι, ο οποίος επίσης κατέληξε να είναι από τους πολύ πολύ αγαπημένους μου ανθρώπους, κι ας με τσιμπάει, κι ας με κάνει να κοκκινίζω. Woody, είσαι ο πιο γλυκός τρυποκάρυδος που έχω γνωρίσει. Να μου την προσέχεις.

7.Και φέτος είχα το Μούκο μου δίπλα μου,να με προσέχει, να με αγαπάει, να με αγκαλιάζει, να με φιλάει, να μου κάνει δωράκια, να με κουκουλώνει για να μην κρυώσω, να μου κρατάει το χέρι στο δρόμο, να με νευριάζει, να με ταϊζει λιχουδιές, να με τσιμπάει, να με μαλώνει, και να με κάνει να γελάω. Μούκεεεε, σ’αγαπάγω πολύ.

8.Ε,το καλύτερο για το τέλος. Φέτος θα κάνω Πρωτοχρονιά με όοοοοοολους τους αγαπημένους μου. Όλους όμως. Είδατε τελικά που ο Αη-Βασίλης τα διαβάζει τα γράμματα που στέλνουμε; Ακόμα προλαβαίνετε…

Για όσους νομίζουν ότι η ζωή μου είναι φτιαγμένη από ζαχαρωτά, ενημερώνω ότι υπήρχαν και πολλές πολλές κακές στιγμές στη χρονιά που τελειώνει. Και κλάμματα, και στενοχώριες, και καυγάδες, και αδιέξοδα, και απελπισία. Αλλά είμαι γενετικά προγραμματισμένη να έχω επιλεκτική μνήμη, και να θυμάμαι μόνο τις ευτυχισμένες στιγμές. Κι αν δε διαθέτετε το ίδιο χάρισμα, δοκιμάστε το εξής κόλπο:Βάλτε τα πιο πολύχρωμα γάντια σας, το πιο ζεστό σας παλτό, πάρτε τον πιο αγαπημένο σας άνθρωπο σε όλο τον κόσμο, και βγείτε έξω. Πάρτε από ένα μαλλί της γριάς στο χέρι, και γεμίστε ζάχαρη χωρίς να σας νοιάζει αν σας βλέπουν. Να θυμάστε ότι τέτοια γεύση πρέπει να έχει κάθε μέρα της ζωής σας. Κι αν μερικές φορές σας φαίνεται λίγο πιο πικρή, κάντε μια γύρα με τα μάτια κλειστά, όπως στροβιλίζεται το μαλλί της γριάς, και μόλις τα ανοίξετε, θα ανακαλύψετε ένα ζαχαρωτό νήμα να σας έχει τυλίξει. Εγγυημένη συνταγή.

Για να δούμε κύριε Στοχαστή,Clementine και Χελωνάκι, ποια ήταν τα δικά σας 7+1 σημαντικά του 2007;

Καλή χρονιά σε όλους!

Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2007

Χριστούγεννα!

Σήμερα είναι Χριστούγεννα. Δηλαδή, αν το καλοσκεφτείτε, ο Χριστούλης έχει σήμερα τα γενέθλιά του. Δεν ξέρω αν σβήνει τούρτα με κεράκια εκεί που βρίσκεται, αλλά νομίζω ότι όπου κι αν είσαι, ό,τι έθιμα κι αν έχουν στον τόπο σου, μια τούρτα με κεράκια τη δικαιούσαι. Κάθε φορά, στα δικά μου γενέθλια, πριν σβήσω τα κεράκια (επιμένω να μη μου βάζουν αριθμούς, αλλά όλα μου τα κεράκια, με κίνδυνο πλέον να μη χωράνε στην τούρτα), κάνω μια ευχή. Επειδή λοιπόν ο Χριστούλης μπορεί να έχει πολλά στο κεφάλι του, του έκανα μια λίστα με ευχές, σε περίπτωση που έχει ξεμείνει σήμερα:

  • Να γίνουν όλα τα παιδάκια του κόσμου υγιή και χαρούμενα ,σαν αυτά στις διαφημίσεις του ΝΟΥΝΟΥ, και να τρέχουν σε λιβάδια, μπουκωμένα με μελομακάρονα.
  • Να μην υπάρχουν μαμάδες και μπαμπάδες και κάθε λογής κακοί άνθρωποι να τα χτυπάνε και να τα κάνουν να νιώθουν κάτι λιγότερο από τα αγγελικά πλάσματα που πραγματικά είναι.
  • Να μην υπάρχει κανένας άνθρωπος που να κοιμάται σε χαρτοκούτια και σε παγκάκια. Τα χαρτοκούτια είναι για να βάζουμε μέσα παιχνίδια και σοκολάτες, και τα παγκάκια για να καθόμαστε να ξεκουραζόμαστε όταν παίζουμε στο πάρκο. Τα ζεστά και μαλακά κρεβάτια είναι για να χουχουλιάζουμε και να κοιμόμαστε, κι όλοι θα έπρεπε να έχουν από ένα.
  • Να βρουν φέτος ένα ζεστό σπίτι και τη γατοτροφή των ονείρων τους όλα τα αδέσποτα γατόνια (η ευχή ισχύει και για τα σκυλόμπια, γιατί είναι Χριστούγεννα και είμαι μεγαλόψυχη).
  • Να μην έχουν όλοι στο χέρι τους ένα από αυτά τα κακά πράγματα που ματώνουν και τα λένε όπλα. Ούτε τα κανονικά, ούτε τα άλλα, που δεν είναι φτιαγμένα από σίδερο, αλλά πονάνε το ίδιο.
  • Να μην υπάρχουν άνθρωποι στα νοσοκομεία που τους τσιμπάνε με βελόνες και τους κρατάνε κοιμισμένους με φάρμακα. Οι βελόνες πονάνε πολύ και αν κοιμούνται θα έρθει ο Αη-Βασίλης και δε θα τον δουν.
  • Να μην είναι οι άνθρωποι μακριά ο ένας από τον άλλο. Κάνει πολύ κρύο, και άμα πρέπει να τεντώσεις τόσο πολύ τα χέρια σου για μια αγκαλίτσα, και δε φτάνεις, και κρυώνεις, ειδικά αν είσαι ένας μικρός μούκος. Ακόμα κι αν φοράς γάντια.
  • Κάνε να μην εκραγεί ο πλανήτης μας,ακόμα κι αν είμαστε πολύ ξεροκέφαλοι για να κάνουμε κάτι που θα το αποτρέψει.Είναι τόσο ωραία να βλέπεις μια μικρή γαλάζια μπίλια από εκεί πάνω,έτσι δεν είναι;
  • Τέλος, αν μπορείς, κάνε μια ευχή να μην αργήσει κι άλλο η καινούρια ταινία του Μπάρτον. Ή τουλάχιστον ,αν αργήσει, κάνε μια ευχή να έρθει διακοπές ο Ντεπ στο Βόλο φέτος τα Χριστούγεννα, βολεύομαι και με αυτό.

Αν χρειάζεσαι κι άλλες ευχές Χριστούλη, στείλε μου ένα mail και θα σου γράψω περισσότερες. Μπορεί από εκεί πάνω να μη φαινόμαστε καλά. Μάλλον θα φαινόμαστε σαν μικρές τελίτσες, όπως φαίνονται τα φωτάκια από τις πόλεις που μου έδειξε ο μούκος από το αεροπλάνο. Αλλά αν κάνεις μία από τις ευχές που σου έγραψα, θα δεις πολλές χοροπηδηχτές τελίτσες εκεί κάτω. Μάλιστα, νομίζω ότι αν πάρεις μια πολύ βαθιά ανάσα πριν σβήσεις τα κεράκια, μπορείς να της πεις κι όλες μαζί μονοκοπανιά. Κάνε κι εσύ μια ζαβολιά, ποιος θα το καταλάβει μωρέ;

Χαρούμενα Χριστούγεννα σε όλους!


Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2007

Οι Μούκοι πάνε Λονδίνο!

Μετά την υπερπαραγωγή «Οι Μούκοι πάνε Παρίσι», η Moukoi Productions σύντομα κοντά σας με τη νέα παραγωγή που θα σπάσει ταμεία, «Οι Μούκοι πάνε Λονδίνο».

Σύντομη περίληψη
: (προσοχή, ακολουθεί spoiler) Οι Μούκοι, μετά από την επιτυχημένη τους περιήγηση στο ρομαντικό Παρίσι, συνεχίζουν την περιοδεία τους στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Επόμενος προορισμός τους, η πρωτεύουσα της Ιγκλατέρας (είδα και Elizabeth προχτές…), το κοσμοπολίτικο Λονδίνο. Οι Μούκοι θα πρέπει να διασχίσουν αμέτρητα χιλιόμετρα δια ξηράς και θαλάσσης, με μια στάση για διανυκτέρευση και αποχαιρετισμό στη Θεσσαλονίκη, όπου ένας εκ των Μούκων θα φιλοξενηθεί στο σπίτι γνωστού γυφτακίου, για να απολαύσουν το ομιχλώδες αγγλικό τοπίο. Κατά τη διάρκεια τα παραμονής τους θα επισκευθούν το ατμοσφαιρικό αββαείο του Westminster,τα-κλασσικά- Big Ben και London Eye,το County Hall,θα περιδιαβούν την Trafalgar Square για να πουν ένα γεια στον κ. Νέλσονα, θα δουν πολλά πολλά μουσεία και πινακοθήκες, ένα παλιό νεκροταφείο για να βγάλει φωτογραφίες ο μικρός Μούκος,θα περπατήσουν στα χνάρια του Τζακ του αντεροβγάλτη, θα ψωνίσουν δωράκια και μπιχλιμπίδια από το Portobello (ναι, ναι, από εκεί κοντά που μένει ο Χιου στο «Μια βραδιά στο Νότινγκ Χιλ»),θα φωτογραφηθούν με διάσημους στο Madame Tussaud's, θα δουν από κοντά το θέατρο του Shakespeare,και πολλά άλλα που δεν παρατίθενται για να αποφευχθεί το λιντσάρισμα του συγγραφέως από κακεντρεχείς που ζηλεύουν. Στη συνέχεια, θα γευματίσουν σε αγγλικές pubs και θα βγουν πολλές φωτογραφίες σε πανηγύρια για να σας τις δείξουν μετά που θα γυρίσουν και να μην παραπονιέστε.
Trivia:Ο Μούκος σήμερα αγόρασε βαλίτσα, κασκόλ και ποικιλόχρωμο σκούφο, ασορτί με γουστόζικα γάντια, για να μην κρυώνει στους παγωμένους λονδρέζικους δρόμους. Οι βαλίτσες έχουν αρχίσει να ετοιμάζονται, τα πουλόβερ να διπλώνονται και τα βιβλιαράκια για απελευθέρωση να καταχωρούνται (ε θα πήγαινα ως εκεί χωρίς να αφήσω κανένα βιβλιαράκι ελεύθερο; )Βάσιμες πληροφορίες αναφέρουν ότι τα γυρίσματα της ταινία ξεκινούν στις 18/12 και θα λήξουν στις 22/12.Ο σκηνοθέτης της ταινίας, που έγραψε και το σενάριο και κανόνισε τις τελευταίες οδηγίες, ανέφερε σε πρόσφατη δήλωσή του ότι όλα βαίνουν καλώς και έχει ρυθμίσει και την παραμικρή λεπτομέρεια ώστε να μην κινδυνέψει (να χαθεί) κανείς από τους πρωταγωνιστές, και ειδικά ο μικρός και ανυπεράσπιστος μούκος.
Όσοι από τους αναγνώστες ανυπομονούν να δουν την ταινία στις αίθουσες, παρακαλούνται να γράψουν τις ευχές τους για ασφαλή επάνοδο των Μούκων στα πάτρια εδάφη στο βιβλίο επισκεπτών. Όσοι είναι κακεντρεχείς και ζηλιάρηδες, και επιθυμούν διακαώς να βλάψουν τους Μούκους, παρακαλούνται να πάρουν χαρτάκι προτεραιότητας, και να μη χαλάνε την ουρά.
Καλό μας ταξίδι!

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2007

Μουκογλυκά!

Σήμερα έδωσα στη μαμά ρεπό και την έστειλα για καφέ, και αποφάσισα να κάνω τα γλυκάκια των γιορτών χωρίς να έχω κανέναν μες στα πόδια μου. Ξεκίνησα με τα παραδοσιακά φοινίκια, επειδή ως προσφυγάκι προτιμώ τα μακρασιάτικα γλυκά,αλλά είπα φέτος,μιας και αποκτήσαμε ιδιαίτερους δεσμούς με τα…βόρεια της χώρας,να κάνω μια παραλλαγή τους,που συνηθίζεται πολύ στη Μακεδονία. Τα είχα δοκιμάσει πριν δύο χρόνια στο Μελισσοχώρι,λίγο πιο έξω από τη Θεσσαλονίκη,και είχα ξετρελαθεί.Έκανα λοιπόν ισλί, κι ας απαρνήθηκα τις ρίζες μου για φέτος.Παραθέτω υλικά και μουκοοδηγίες:
Υλικά
• Η δόση είναι για περίπου 80 ισλί
• Υλικά για την ζύμη:
o Ενα βιτάμ σε θερμοκρασία δωματίου
o 2 κούπες ελαιόλαδο (ή μία ελαιόλαδο και μία καλαμποκέλαιο αν θέλετε να το κάνετε πιο ελαγρύ)
o 1 κούπα ζάχαρη
o 1,5 κούπα φυσικό χυμό πορτοκαλιού
o 0,5 κούπα γάλα (εναλλακτικά για νηστίσιμα μελομακάρονα αντικαθιστούμε το γάλα με 0,5 χυμό πορτοκάλι. Δηλαδή βάζουμε 2 κούπες χυμό πορτοκαλιού)
o 0,5 κούπα κονιάκ
o Το ξύσμα από δύο πορτοκάλια
o 1 φακελάκι μπέκιν
o 1 κουταλάκι κανέλα
o 1 κουταλάκι γαρύφαλλο
o 1,5 κιλό αλεύρι (για όλες τις χρήσεις. Μπορεί να πάρει και λίγο παραπάνω)
• Υλικά για την γέμιση:
o 500 γρ καρυδόψυχα κοπανισμένη (μπορείτε να βάλετε 350 γρ. καρύδι και 150 γρ. αμύγδαλο αν σας αρέσει περισσότερο)
o 3 κουταλιές ζάχαρη
o 1 κουταλάκι κανέλα
o 1/2 κουταλάκι μοσχοκάρυδο
o Λίγο νερό και κονιάκ για να γίνει ένας πολτός
• Υλικά για το σιρόπι:
o 2 ποτήρια του νερού μέλι
o 2 ποτήρια του νερού ζάχαρη
o 3 ποτήρια νερό
o Κανέλα
• Λίγα από τα κοπανισμένα καρύδια για πασπάλισμα.
Ετοιμασία
1. Ρίχνουμε σε λεκάνη το βιτάμ, το λάδι και την ζάχαρη και δουλεύουμε με το σύρμα χειρός ή κλασσικά με το χέρι μέχρι να ομογενοποιηθούν τα υλικά (αν είστε στο μέγεθός μου προτείνω μίξερ γιατί τα μουκοδάχτυλα πονάνε μετά το ζύμωμα)
2. Τραγουδώντας «Ρούντολφ το ελαφάκι» προσθέτουμε την κανέλα, το γαρύφαλο, την πορτοκαλάδα, το ξύσμα, (το γάλα) και το κονιάκ, δουλεύουμε καλά και τέλος ρίχνουμε λίγο-λίγο το αλεύρι μαζί με το μπέικιν. (Ρίχνουμε τόσο αλεύρι όσο να γίνει μία μαλακιά ζύμη που να μην κολλάει στα χέρια.)
3. Ετοιμάζουμε την γέμιση σε μια λεκανίτσα (κατά προτίμηση χριστουγεννιάτικη).
4. Παίρνουμε ένα-ένα μπαλάκι από την ζύμη στο μουκοχεράκι μας, κάνουμε μια λακουβίτσα ή την ανοίγουμε λίγο στο χέρι σαν πιτάκι, βάζουμε μισή κουταλίτσα από την γέμιση και κλείνουμε καλά διπλώνοντας. Αλλάζουμε το τραγούδι,βάζουμε "Τρεις σοφοί τρεις βασιλιάδες,φουμ,φουμ,φουμ" και καθαρίζουμε το σιντί από τις ζύμες. Πλάθουμε ελαφρά στο χέρι να πάρει μακρόστενο σχήμα σαν σουτζουκάκι (ισλί). Προσοχή:Τα ισλί μπορεί να φαίνονται μικρά και χαριτωμένα στο ταψί,αλλά απλώνουν πολύ και γίνονται σαν βάρκες όταν ψηθούν. Γι’ αυτό,βάλτε μόνο όση ζύμη χωράει στο μουκοχεράκι σας,αλλιώς θα γίνουν τεράστια.Αν δεν είστε μούκος, έχω να κάνω δύο επισημάνσεις:πρώτον,κακό του κεφαλιού σας,δεύτερον,υπολογίστε μία χουφτίτσα μούκου ενάμισι μέτρου.
5. Ψήνουμε στους 180 για 30 λεπτά (πάνω κάτω) και 10 λεπτά (από πάνω). Αυτό βέβαια ισχύει για τον δικό μου φούρνο. Το ποθούμενο είναι να ψηθεί όλο το ισλί και να πάρει ένα χρώμα σαν της κανέλας.
Αφήνουμε να κρυώσουν καλά (καλύτερα την επομένη, εγώ τα φτιάχνω το απόγευμα και τα μελώνω το απόγευμα της επομένης).
Οπότε και ετοιμάζουμε το σιρόπι:
• Βάζουμε στην κατσαρόλα τα υλικά και τα αφήνουμε να βράσουν λίγο. Αφαιρούμε τον αφρό και βουτάμε τα ισλί λίγα-λίγα στο σιρόπι το οποίο βράζει σε σιγανή φωτιά.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Τα αφήνουμε στο σιρόπι για ένα λεπτό, διαφορετικά μελώνουν πολύ και κολλάνε στα χέρια. Τα βγάζουμε, τα βάζουμε στην πιατέλα και τα πασπαλίζουμε με λίγα από τα κοπανισμένα καρύδια που κρατήσαμε ανακατεμένα με λίγη κανέλα.
Σερβίρουμε με ένα ποτήρι γάλα δίπλα από το τζάκι την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, για να καλοπιάσουμε τον Αη-Βασίλη. Επίσης, κρατάμε τα ισλί μακριά από τα χέρια του Μούκου και του μικρού μας αδερφού, επειδή θα χρειαστεί να ψήσουμε καμιά δεκαριά λαμαρίνες μέχρι τα Χριστούγεννα.
(τη συνταγή τη δανείστηκα από το www.hungry.gr,και έκανα μια παραλλαγή της.)

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2007

Σαν παλιό σινεμά

Μερικές φορές εύχομαι να μπορούσα να μένω σε μια γειτονιά σαν αυτές που βλέπουμε στις παλιές ελληνικές ταινίες. Να ξυπνάω το πρωί, να γυρίζω πλευρό, και στο διπλανό μαξιλάρι να βλέπω το αγουροξυπνημένο πρόσωπο του Μούκου μου, κι όχι τη Ζωνιανά και τον Σπιντ (βλ.φωτό) Να μένω σε ένα σπίτι δίπατο, βαμμένο λευκό, με παραθυρόφυλλα στο αγαπημένο μου χρώμα, το γαλάζιο του ουρανού τις ανέφελες μέρες. Να ανοίγω τα παράθυρα, και αφού με πάρει από τα μούτρα η μυρωδιά από το γιασεμί και το αγιόκλημα, να δω στο απέναντι μπαλκονάκι ένα πρόσωπο φωτισμένο και χαμογελαστό σαν του Μανώλη, να με χαιρετάει. Ή μια κοπελιά να ποτίζει τη μπουκαμβίλια, με τη γλυκιά παρουσία της Εύης. Να κατέβω να ψωνίσω φρέσκα λουλούδια για το μεσημεριανό τραπέζι, και να ακούσω ένα αστείο σαν αυτά που λέει ο Γιώργος ο μπουμπούνας. Να πάω για ένα παγωτό με τη Μαρία, και να ακούσω ιστορίες για σαντορινιούς παραθεριστές με παράλογες απαιτήσεις. Να τσιμπάω το Δημήτρη γιατί γελάει που ο Αντωνάκης με κάνει να κοκκινίζω όλη την ώρα. Να περάσει κι ο Κωστής να κάνουμε μια φιλοσοφική συζήτηση περί τέχνης, και να καταλήξουμε να γελάμε με την ματαιότητά της. Ε, την αδυναμία μου την άφησα τελευταία. Να μπορώ να κοιτάζω στο δίπλα μπαλκονάκι, τη Λούζι μου να γελάει με αυτό το παμπόνηρο χαμογελάκι που δείχνει ότι ξέρει πιο πολλά από όσα νομίζεις. Και το βράδυ, να κοιμόμαστε όλοι με τα τριζόνια για νανούρισμα, σε κοντινά σπίτια, για να ανταμωθούμε το άλλο πρωί.

Δε θα ήταν ωραία; Δεν ζητάω πολλά… Να μη σκορπίζουμε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα μετά από κάθε χαρά θέλω. Να μη βλέπω τους αγαπημένους μου ανθρώπους με το σταγονόμετρο θέλω. Να μη μετράω τις μέρες να ξαναβρεθούμε θέλω. Να ξυπνάω και να κοιμάμαι και να είναι εκεί θέλω. Και να ξαναγυρνάω στο άλλο πλευρό, ήσυχη, ότι θα τους έχω και αύριο δίπλα μου. Πολλά θέλω;

Υ.Γ.Η Ζωνιανά και ο Σπιντ, για να δείτε πόσο ασύγκριτα καλύτερο είναι να ξυπνάς με το Μούκο μου.



Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2007

Το πιο μεγάλο δώρο

Φέτος ανακάλυψα ότι τα πιο ωραία πράγματα «έρχονται εκεί που δεν τα περιμένεις», όπως πολύ σοφά λέει κι ο κ. Τερζής. Θυμάμαι πριν μερικά χρόνια, που ως έφηβη, νόμιζα ότι είχα την τέλεια τούρτα. Και πώς μέσα σε πολύ λίγο καιρό, έλιωσε τόσο γρήγορα που δεν πρόλαβα να κρατήσω ούτε ένα ζαχαρωτό. Στην αρχή, ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα. Νόμιζα ότι όλα θα πάνε στραβά. Και μετά, τσουπ, πετάχτηκε ο Μούκος μου μες στη μέση απρόσκλητος. Και δε φτάνει που πετάχτηκε, κατέλαβε και ιδιαίτερη θέση. Θέση για την οποία δε με ενημέρωσε κανείς ότι είχε καταληφθεί, παρά μόνο όταν άρχισα να χαζογελάω και να τον αναφέρω συνέχεια. Και μετά…μου έμεινε αμανάτι.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, διορθώθηκαν τα πράγματα σε όλους τους τομείς. Με υπομονή και με αισιοδοξία, που άμα έχεις πιάσει πάτο αναβλύζει σαν σιντριβάνι, πέρασα στη σχολή που ήθελα, έζησα όσα είχα χάσει με τον άνθρωπό μου, αποκαταστάθηκα επαγγελματικά… Το μόνο κομμάτι της ζωής μου που έμενε στάσιμο ήταν αυτό της φιλίας. Και είναι πολύ περίεργο που συνέβη αυτό, γιατί είμαι πολύ κοινωνικός άνθρωπος, και από ότι μου λένε, συμπαθητικός. Ακόμα και μερικές κακές εμπειρίες μου από παλιότερες φιλίες, τις είχα αποβάλλει. Γιατί λοιπόν δεν ερχόταν κάτι καλό; Η αλήθεια είναι ότι στην αρχή δε με πείραζε ιδιαίτερα που δεν είχα φίλους. Αλλά μετά την επιστροφή μας στα πάτρια εδάφη, που έβλεπα το Μούκο μου να ξαναβρίσκεται με τα φιλαράκια του, ένιωθα λίγο περίεργα. «Βρε λες να φταίω εγώ;»

Ε, φέτος η ζωή βάλθηκε να μου βάλει τα γυαλιά. Και μου έστειλε τόσους φίλους, όσους δε μου είχε στείλει τόσα χρόνια. Άλλοι από αυτούς έμειναν, άλλοι από αυτούς έγιναν απλοί γνωστοί, κι άλλοι…μάλλον μου έμειναν πάλι αμανάτι, σαν το Μούκο μου.

Μερικές φορές νομίζω ότι κάτι θα πάει στραβά και όλα θα χαλάσουν. Ότι μια μέρα θα ξυπνήσω και δε θα είναι εκεί.

Αν μπορούσα φέτος να ζητήσω ένα δώρο, θα ζητούσα να έρθει σε όλους σας ένα πακετάκι τέτοιας αγάπης. Δεν κερδίζεται, δεν αγοράζεται, απλά τυχαίνει να το βρεις ή να σε βρει. Ξέρω, πόσες πιθανότητες έχεις να συμβεί κάτι τέτοιο; Πάντως εμένα μου συνέβη.

Είναι ένα μαγικό κουτάκι από γέλια, χαρές και ίσως λίγα δάκρυα, που το ανοίγεις και η μυρωδιά του σε ταξιδεύει στην αθωότητα των παιδικών σου χρόνων. Μυρίζεις ξανά τον αέρα στο πιο ψηλό σημείο της κούνιας, νιώθεις στο στόμα σου την τραγανιστή ζάχαρη από το μαλλί της γριάς, και ακούς γυαλιστερά χαρτιά να σκίζονται και κορδέλες να λύνονται για να δεις το πρωτοχρονιάτικο δώρο σου. Περνάς ξανά μέσα από τα δάχτυλά σου την μεταξωτή κορδέλα που έδενες τα μαλλιά σου πριν κοιμηθείς για να μη μπερδευτούν. Και θαμπώνουν τα μάτια σου από την αντανάκλαση του καλοκαιριάτικου ήλιου σε παιδικές, ξανθές μπούκλες. Μερικές φορές βέβαια, νιώθεις λίγο όπως τότε που έπεσες με το ποδήλατο και έγδαρες το γόνατό σου, και το κάπαλο έκανε μήνες να φύγει, αλλά και πάλι, το σημαδάκι που έμεινε σου θυμίζει τον αέρα να περνάει από τα μαλλιά σου καθώς ποδηλατούσες λαχανιασμένος.

Τελικά κατάλαβα ότι άμα δεν είχε σκονιστεί τόσα χρόνια αυτό το κομμάτι, δε θα ήταν τόσο λαμπερό τώρα που το γυάλισα ξανά. Για σας το γυάλισα. Η αίθουσα στολίστηκε και μπορείτε να δείτε το πρόσωπό σας στο παρκέ. Κι εσείς που με αντέχετε τόσα χρόνια, κι εσείς που αποφασίσατε να με αντέχετε από εδώ και πέρα (δεν ξέρετε που μπλέξατε…). Θα μου χαρίσετε έναν χορό;

Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2007

Θέλω μαμά έναν αντρούλη

Χτες νύσταζα λιγάκι, και πριν το απογευματινό μου ιδιαίτερο ξάπλωσα στις μαξιλάρες μου και άναψα την τηλεόραση. Δεν είχε τίποτα της προκοπής, και έτσι άφησα την εκπομπή της Τσουκαλά "Έχει γούστο", που δεν με ενθουσιάζει, αλλά λέει τουλάχιστον που και που για κανένα βιβλίο και περνάει η ώρα. Είχε ένα μικρό αφιέρωμα στη μουσική σκηνή από τη δεκαετία του '30 και μετά, και ομολογώ ότι ήταν περισσότερο ενδιαφέρον από όσο περίμενα. Οι μουσικοί και η τραγουδίστρια έκαναν αυτά τα κομμάτια να ζωντανεύουν ξανά και να φαίνονται οικεία ακόμα και σε μένα, που δεν τα είχα ακούσει ξανά και δεν είναι "της εποχής μου".
Το πιο ενδιαφέρον από όλα τα κομμάτια ήταν ένα που, από ότι κατάλαβα, ήταν κι από τα αγαπημένα των συντελεστών. Έχει τίτλο «Θέλω μαμά έν’ αντρούλη», και χρονολογείται από το 1931. Ψάχνοντας τους στίχους, ανακάλυψα ότι πρόκειται για ένα Αργεντίνικο τανγκό, που υπάρχει και πρωτότυπο στα Ισπανικά. Δυστυχώς, δε μπόρεσα να το βρω κάπου μελοποιημένο για να δείτε πόσο τσαχπινιά κρύβει αυτό το τραγουδάκι, αλλά σας παραθέτω τους στίχους. Κυρίως για τους άντρες της παρέας, για να δουν ότι από το ’30 οι γυναίκες ήμασταν ολιγαρκείς και να μην παραπονιούνται ότι δεν ξέρουμε τι θέλουμε!
ΘΕΛΩ ΜΑΜΑ ΕΝ' ΑΝΤΡΟΥΛΗ (1931)

Θέλω μαμά έν' αντρούλη
λίγο νοστιμούλη
με ξανθά μαλλιά
να μην έχει ερωμένη
και να μη φορεί γυαλιά
για να είμαι ευτυχισμένη
και να μη μου αντιμιλά
να' μαστε οι δυο μονιασμένοι
κι όλο να περνούμε με φιλιά τρελά.

Εν πρώτοις να μη καπνίζει
να πίνει μόνο νεράκι
στα κέντρα να μη γυρίζει
και να χορεύει λιγάκι.

Να έχει άκρα υγεία
στα σπορ να έχει μανία
να ξέρει και πυγμαχία
για τις δικές μας σκηνές.

Θέλω να έχει παράδες
να' χει θείους και θειάδες
για κληρονομιά.

Απαραίτητος δε όρος
να μη μου ζητά παιδί
να μην είναι δικηγόρος,
δεν τον θέλω ποιητή.

Θέλω μαμά έν' αντρούλη
λίγο νοστιμούλη
με ξανθά μαλλιά
να ξέρει γλώσσας πεντ-έξη
να έχει γλώσσα δεν πρέπει,
σαν του μιλώ, ούτε λέξη,
πολλές φορές να μη βλέπει.

Μετάλλια να' χει ανδρείας
να είν' αβρός στας κυρίας
να μην αρνείται αγγαρίας
και να' ναι και τρυφερός.


Υ.Γ. Αν είδε και κάποιος άλλος την εκπομπή, ψάχνω να βρω πληροφορίες για ένα υπέροχο τζαζ κομμάτι της ίδιας εποχής, που επίσης τραγούδησαν χτες στην αρχή της εκπομπής, και δε μπορώ να βρω πουθενά. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση και σαν κομμάτι, αλλά κυρίως επειδή είχαμε τζαζ κομμάτια εκείνη την εποχή, που στο εξωτερικό θα είχαν γίνει μεγάλες επιτυχίες, κι εδώ ούτε καν τα ξέρουμε.

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2007

Πάρτε χαρτί και μολύβι

Τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά πλησιάζουν. Κι εσείς ακόμα δεν έχετε γράψει το γράμμα σας;
Κάθε χρόνο, μερικές μέρες πριν την Πρωτοχρονιά, όλα τα παιδάκια του κόσμου, μικρά και μεγάλα, γράφουν και στέλνουν τα γράμματά τους στον Άη-Βασίλη. Μέσα στο μαγικό φάκελο βάζουν τις ζωγραφιές τους, τις ευχές τους, τις ελπίδες τους για έναν πιο χαρούμενο κόσμο και φυσικά…τη λίστα! Ελάτε τώρα, τι πάει να πει ποια λίστα; Τη λίστα με τα δώρα ντε! Επειδή ξέρω ότι πολλοί από σας δεν έχετε τέτοια λίστα, πρέπει να ανασκουμπωθείτε και να φτιάξετε μία. Μη βάζουμε και τα καημένα τα ξωτικά να φτιάχνουν δώρα μέχρι την παραμονή ε;
Λοιπόν, αφού ετοιμάσετε τη λίστα σας, πάρτε χαρτί και μολύβι και αρχίστε. Καλό θα ήταν να κάνετε και καμιά ζωγραφιά, του αρέσει εκεί στο κρύο να βλέπει χαρούμενες χρωματιστές ζωγραφιές. Γράψτε του πόσο χρονών είστε, αν έχετε αδέρφια ή αγαπημένους ,και μην ξεχάσετε να αναφέρετε κατατοπιστικές οδηγίες σχετικά με το που θα αφήσετε φέτος τα κουλουράκια με το γάλα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς (αν δεν αφήνατε κουλουράκια και γάλα μέχρι τώρα, μην απορείτε που δεν ακούγατε Xo Xo Xo!,θέλει κι ο Άγιος το κατιτί του, τόσο ταξίδι κάνει). Όταν τελειώσετε, βάλτε τη λίστα σας μέσα στο φάκελο, σφραγίστε τον καλά και γράψτε με ωραία καλλιγραφικά γράμματα «Προς Άη-Βασίλη». Υπάρχουν και κανονικές διευθύνσεις όπου μπορείτε να στείλετε το γράμμα σας, αλλά και σκέτο το όνομά του να γράψετε, όλοι στο ταχυδρομείο ξέρουν που μένει. Μην ξεχάσετε να γράψετε και τη δικά σας διεύθυνση, για να ξέρει που να στείλει την απάντηση. Μετά, βάλτε τα πιο καλά σας ρούχα και βρείτε ένα κίτρινο ταχυδρομικό κουτί να το ρίξετε. Πέρυσι τα ΕΛΤΑ ανέλαβαν να συγκεντρώσουν όλα τα γράμματα που είχαν σταλθεί στον Αη-Βασίλη, και έστειλαν από μια χριστουγεννιάτικη καρτούλα ως απάντηση. Ελπίζω να το κάνουν και φέτος.
Βέβαια, το ότι στείλατε το γράμμα σας δε σημαίνει ότι θα παραλάβετε και το δώρο που ζητήσατε. Αν δεν το ξέρετε, ο Αη-Βασίλης έχει μια λίστα. Τη λίστα με τα καλά και τα κακά παιδιά. Οπότε πρέπει να υπολογίσεις πόσες αταξίες έκανες τη χρονιά που πέρασε, για να δεις αν είσαι Naughty ή Nice. Παλιότερα ,ειδικά στη Γαλλία και στη Γερμανία, πίστευαν ότι τα άτακτα παιδιά έπαιρναν δώρο ένα κομμάτι κάρβουνο. Άφηναν από τη βραδιά της παραμονής στο κεφαλόσκαλο του σπιτιού τους τα παπούτσια τους, και το πρωί της Πρωτοχρονιάς έβγαιναν όλο λαχτάρα να δουν τι τους άφησε μέσα ο καλός παππούλης. Φανταστείτε να βρίσκατε ένα κομμάτι κάρβουνο…Δε θα βάζατε τα κλάματα; Και έτσι όπως είχατε πιάσει το κάρβουνο, θα τρίβατε και το πρόσωπό σας και έτσι μουτζουρωμένοι που θα ήσασταν όλοι θα ήξεραν ότι ήσασταν άτακτοι τη χρονιά που πέρασε. Οπότε κανονίστε την πορεία σας…
Εγώ βέβαια φέτος πάλεψα με νύχια και με δόντια να είμαι στη λίστα με τα καλά παιδιά. Βοηθούσα τη μαμά μου, δε μάλωνα συχνά με το μούκο μου και περιόρισα τα πειράγματά μου. Αλλά τελευταία στιγμή… Ήθελα να κάνω μερικές ετικέτες για ένα χριστουγεννιάτικο event με ανάγνωση παραμυθιού που θα κάνουμε, για να μάθουν σχετικά με το Bookcrossing στην πόλη μου. Ε καθώς έψαχνα λοιπόν για καμιά ωραία εικόνα να χρησιμοποιήσω, ανακάλυψα μια ιστοσελίδα που είχε κάτι πολύ όμορφα επιστολόχαρτα για να γράψεις γράμμα στον Άη-Βασίλη. Ε και δεν ξέρω, θόλωσε το μυαλό μου, και σε μια στιγμή αδυναμίας, έσβησα με προσοχή τα γράμματα που είχε ως παράδειγμα, και το χρησιμοποίησα για τις ετικέτες μου. Ξέρω, ο Αη-Βασίλης θα έχει γίνει έξαλλος…Μη σας πω ότι είμαι πρώτη πρώτη στη λίστα με τα Naughty...Τέλος πάντων, εγώ σήμερα θα γράψω το γράμμα μου, θα αφήσω και κουλουράκια την παραμονή ως ένδειξη μεταμέλειας, και βλέπουμε. Ορίστε, από εκείνη τη μέρα πίνω και το τσάι μου στην κατάλληλη κούπα. Λέτε να δείξει κατανόηση;

Αν θέλετε να δείτε σε ποια λίστα είστε, τι κουλουράκια προτιμάει, και να πάρετε δίπλωμα ξωτικού, πάτε μια βόλτα εκεί.

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2007

Καληνύχτα

Από παιδάκι είχα ένα θέμα με τους αποχαιρετισμούς. Ενώ δεν είμαι από τους ανθρώπους που δένονται εύκολα, όσο κοινωνική κι αν είμαι, όποτε πρέπει να αποχωριστώ κάποιον μου είναι πολύ δύσκολο. Είτε φεύγει κυριολεκτικά, είτε μεταφορικά.
Με θυμάμαι μικρούλι να παίζω στο πάρκο και να έχω γύρω μου παιδάκια να με κοιτάνε με μάτια ορθάνοιχτα λες και έλεγα κάτι πολύ σπουδαίο. Η μαμά μου καμάρωνε για το λέγειν μου και για την κοινωνικότητά μου, που έκανε τα περισσότερα παιδάκια να θέλουν να παίζουν μαζί μου. Παρόλα αυτά, δε μπορούσε να μη βλέπει στα μάτια μου ένα συννεφάκι έτοιμο για βροχή κάθε μεσημέρι που αφήναμε τους φίλους μου και γυρίζαμε σπίτι. Ακόμα κι αν ήξερα ότι θα τους δω το επόμενο πρωί, το χέρι μου ήταν σαν μικρό βαρίδι όταν έπρεπε να τους χαιρετίσω.
Στα χρόνια που πέρασαν, χρειάστηκε μερικές φορές να αποχαιρετίσω πολύ αγαπημένους μου ανθρώπους. Μερικές φορές το διάλεξα εγώ, κάποιες αυτοί, και μερικές άλλες κάποιοι άλλοι για μας. Θυμάμαι κάθε φορά μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια. Κινήσεις, εκφράσεις, λόγια… Και κάθε φορά γινόταν όλο και πιο δύσκολο. Και είχα υποσχεθεί να μην το ξανακάνω. Να μη μπω ξανά καν στη διαδικασία να βάλω κάποιον στην καρδιά μου, για να μην ξαναπεράσω το μαρτύριο του να τον βγάλω. Μερικές φορές τα πράγματα δεν έρχονται όπως υπολογίζεις. Και πρέπει να πεις καληνύχτα πιο σύντομα από όσο νόμιζες. Τι να κάνουμε.
Κάτι τέτοιες στιγμές γίνομαι πολύ σκληρή, σχεδόν αναίσθητη. Με βοηθάει να μη σκέφτομαι. Να μη θυμάμαι. Και συνήθως περνάει. Αυτή τη φορά ίσως το γκρίζο συννεφάκι στρογγυλοκαθίσει λίγο παραπάνω πάνω από το κεφάλι μου. Αλλά κρατάω ομπρέλα για κάθε ενδεχόμενο. Και άμα βρέξει, μπορεί να ξαναβγεί το ουράνιο τόξο μου. Λες;

Υ.Γ. Επιστρέφω σε μερικές μέρες με Χριστουγεννιάτικη διάθεση, μη μου πτοείστε εσείς!

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2007

Οι Μούκοι

Για να ικανοποιήσω ακόμη μια φορά την περιέργεια της Σοφίας, αλλά κι επειδή όλο και περισσότεροι τυχαίνει να αναρωτιούνται, θα σας αποκαλύψω επίσης από πού προέρχεται το nickname μου (αμάν πια, ντε και καλά να μου διαλύσετε τη φήμη της μυστηριώδους γυναίκας…).
Στα σχολικά μου χρόνια γνώρισα μία πολύ καλή μου φίλη, την Ιωάννα. Μερικά χρόνια αργότερα, γνώρισα και το Δημήτρη μου, χωρίς να ξέρω ότι είναι φίλοι με την Ιωάννα από μικρούλια. Ε, μου άρεσε, του άρεσα, ξέρετε, δε θέλουν και πολύ αυτά τα πράγματα. Τον ίδιο καιρό που τα φτιάξαμε, μάθαμε και για ένα άλλο ειδύλλιο, αυτό της Ιωάννας μας με τον, επίσης παιδικό φίλο του Δημήτρη μου, Δημήτρη. Πολύ μπέρδεμα με τους Δημήτρηδες ε;
Τον πρώτο καιρό λοιπόν βγαίναμε ζευγαράκια. Και ξέρετε, στην αρχή μιας σχέσης βγαίνουν διάφορα μελιστάλακτα υποκοριστικά. Η Ιωάννα λοιπόν, γνωστή για την εφευρετικότητά της, φώναζε το Δημήτρη της Μουκί. Εμάς μας άρεσε πολύ, αλλά τα φιλαράκια μας παραπονιόταν ότι «τους κλέβαμε τις λέξεις». Οπότε κι εμείς έπρεπε να βρούμε κάτι που να μοιάζει με τη συγκεκριμένη λέξη, αλλά να μην είναι το «Μουκί» των παιδιών. Η απάντηση μας ήρθε από…την τηλεόραση. Εκείνο τον καιρό ήταν στις δόξες της η τηλεοπτική σειρά του Αντ1 «Μεν και Δεν».Αν θυμάστε, αφορούσε δύο ζευγάρια, οι Μεν ήταν καθωσπρέπει και πλούσιοι, ενώ οι Δεν τρακαδόροι και απένταροι. Η Τζόυς Ευείδη λοιπόν, που έπαιζε την κυρία του δευτέρου ζεύγους, φώναζε τον σύζυγο «Μούκο». Μπίνγκο!
Έτσι λοιπόν, έχουμε μείνει στην ιστορία ως «οι Μούκοι».Βέβαια, υπάρχει ένα τεχνικό ζήτημα. Ο Μούκος μου είναι ψηλός, ενώ εγώ είμαι αυτό που λένε…μικροκαμωμένη (όποιος γέλασε, υπενθυμίζω, και τα πράσα είναι ψηλά, αλλά τα ραπανάκια ανοίγουν την όρεξη).

Θηλυκό για το Μούκος δεν υπάρχει, υπάρχει υποκοριστικό όμως, το Μουκέλης. Ε και έτσι μου έμεινε. Βέβαια, υπάρχει ολόκληρη σειρά μουκολέξεων, όπως η «μουκιά»,ή το ρήμα «μουκίζω». Πολλοί παραξενεύονται από το nick μου, και ακόμα περισσότεροι με περνάνε για αγοράκι. Μέχρι και…εξωτικό μου έχουν πει ότι τους φαίνεται.
Άλλες απορίες Σοφάκι;

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2007

Λυπηρό,πολύ λυπηρό...

Το απόγευμα βγήκα για φωτογράφηση στην παραλία του Βόλου. Ο δάσκαλος της φωτογραφίας μας ζήτησε να τραβήξουμε τα φιλμ μας μέχρι την Πέμπτη, γιατί θα αρχίσουμε την εμφάνιση στο σκοτεινό θάλαμο. Επειδή μ’ αρέσουν πολύ τα παιδάκια, είπα να κάνω μια βόλτα στο πάρκο της παραλίας, αφού συνήθως την Κυριακή αν έχει καλό καιρό βγαίνουν βόλτα πολλά πιτσιρίκια με τις μαμάδες και τους μπαμπάδες τους. Αφού τελείωσα με τις φωτογραφίες, είπαμε να πιούμε μια ζεστή σοκολάτα με το μούκο, και μετά από μια μικρή βόλτα, με άφησε στη στάση του λεωφορείου μου.
Δίπλα μου στεκόταν μια κυρία, που μικρή την έβλεπα συχνά στην εκκλησία που είναι κοντά στο σπίτι μου. Συνήθως καθάριζε και άναβε τα καντήλια. Τα τελευταία χρόνια δεν είναι καλά. Τα έχει χαμένα, φεύγει συχνά από το σπίτι της, όπου δεν υπάρχει πια κανείς να τη φροντίζει, και περιφέρεται άσκοπα στους δρόμους της πόλης. Είναι τελείως άκακη, απλά μιλάει πολύ (πράγμα που κάνω κι εγώ κατά κόρων κι ας μην τα έχω χαμένα).
Μερικά λεπτά αργότερα, παρατήρησα ότι είχε σταματήσει το επίμονο μουρμουρητό της και με κοιτούσε επίμονα. Της χαμογέλασα. Μου το ανταπόδωσε. Άραγε πόσο καιρό έχει να της χαμογελάσει κάποιος; Δε χρειάζεται να έχεις σώας τας φρένας για να δικαιούσαι ένα χαμόγελο. Μετά από λίγο πήγε δίπλα σε μια κοπέλα, που είχε στον ώμο της μια σχολική τσάντα. Άρχισε να της μιλάει, κι εκείνη την αγριοκοίταξε και την αποπήρε. Το ίδιο και μια καλοντυμένη κυρία, που δεν είχε ελεύθερα χέρια να κοιτάξει το ρολόι της όταν τη ρώτησε τι ώρα ήταν. Κρατούσε σφιχτά στις χούφτες τις μερικές σακούλες κάποιου μεγάλου πολυκαταστήματος. Ξαναγύρισε σε μένα. «Είναι οκτώ»,της απάντησα.
«Δε μου μιλάνε…Ποτέ. Γιατί
Η φωνή της ήταν όλο παράπονο. Δεν μπορούσα να της απαντήσω. Έβγαλα μόνο τις καραμέλες μου από την τσάντα μου και της έδωσα μία.
«Δεν κρυώνεις με τη ζακέτα;»,με ρώτησε.
«Όχι, δεν έχει και τόσο κρύο.»
«Εγώ έχω το παλτό μου.» μου απάντησε όλο περηφάνια. Την κοίταξα. Στα πόδια της φορούσε ένα ζευγάρι τριμμένες παντόφλες, χωρίς κάλτσες, και ένα παλιό φόρεμα, που δε φαινόταν καθόλου ζεστό. Αλλά τι την ένοιαζε; Αυτή είχε το παλτό της. Και ξαφνικά κατάλαβα ότι δε θα έπρεπε να λυπάμαι αυτή, αλλά τους υπόλοιπους, που δεν έβρισκαν χρόνο, διάθεση ,ή ανθρωπιά να ακούσουν ότι δε χρειάζεται τίποτα άλλο, παρά μόνο το παλτό της και κάποιον να της μιλήσει.
Μπήκαμε στο λεωφορείο και όλοι έβαζαν τις τσάντες τους στο διπλανό κάθισμα για να μην καθίσει μαζί τους. «Λυπηρό, πολύ λυπηρό», μου ψιθύρισε στο αυτί το φάντασμα του Πρίγκηπα Γελαστρόνι. Ελπίζω να στείλει γρήγορα τα γελαστρόνια του.

Πως είναι τ'ονοματάκι σας είπαμε;

Μετά από πρόσκληση της Σοφίας, θα σας αποκαλύψω από πού πήρε το ευφάνταστο όνομά του το παρόν ιστολόγιο. Πριν αρχίσω, να ευχαριστήσω την Σοφία, γιατί μου έδωσε για πρώτη φορά την ευκαιρία να συμμετέχω κι εγώ σε ένα παιχνιδάκι!
Λοιπόν, το ιστολόγιό μου φτιάχτηκε σε μια μέρα, μάλλον για να ακριβολογώ, σε μια νύχτα. Πήρα την απόφαση, τη βοήθεια ενός πολύ αγαπημένου φίλου, και το έστησα. Ο τίτλος, παρόλο που περίμενα να με παιδέψει αρκετά, μου ήρθε σχεδόν αμέσως. Προέρχεται από το ομόνυμο παραμύθι της Αλεξάνδρας Μπίζη. Μου άρεσε πάρα πολύ για τους εξής απλούστατους λόγους:
1)Έχει πολλές γάτες. Κι όταν λέμε πολλές εννοούμε πάρα πολλές. 138 για την ακρίβεια. Και ως φανατική γατόφιλη, δε μπορούσα φυσικά να μην το αγαπήσω.
2)Το παραμύθι αυτό μιλάει για την ξενοφοβία και τον ρατσισμό. Και για το πώς κάποιοι ξενόφερτοι γάτοι, κατάφεραν με τη βοήθεια του φαντάσματος του Πρίγκηπα Γελαστρόνι, να νικήσουν την προκατάληψη και να ζήσουν αρμονικά με τους υπόλοιπους γάτους στη γατόπολη.
Αλλά ποιος είναι αυτός ο Πρίγκηπας;
Το φάντασμα του Πρίγκηπα Γελαστρόνι είναι ο ιδιοκτήτης του σπιτιού όπου καταφεύγουν οι κακόμοιροι γατούληδες για να γλιτώσουν από το μένος των υπόλοιπων γατοκατοίκων, που δεν θέλουν με τίποτα να τους αφήσουν να μείνουν στην πλούσια γατόπολή τους. Η συνέχεια εδώ.
Αγαπώ πολύ αυτό το παραμύθι γιατί δείχνει σε μικρούς και μεγάλους πώς η συμφορά που έκανε τον συνάνθρωπό σου, ή τον συνγάτο σου στην προκειμένη περίπτωση, να σου χτυπήσει την πόρτα, μπορεί κάποια μέρα να έρθει και σε σένα. Επίσης, το φάντασμα του Πρίγκηπα Γελαστρόνι, φροντίζει να στέλνει τα γελαστρόνια του όπου και όποτε υπάρχει κάτι λυπηρό, κάτι που με παρηγορεί ιδιαίτερα στις δύσκολες στιγμές, και μου θυμίζει να στέλνω κι εγώ μερικά σε όσους τα έχουν ανάγκη που και που.
Ελπίζω να σας άρεσε η ιστορία του ονόματος. Με τη σειρά μου, πετάω το μπαλάκι που μου πέταξε κατακούτελα η Σοφία, στη Ραλλού, αν και δεν έχω ψάξει αν το έχει αναφέρει σε παλιότερο ποστ. Πώς πήρε το όνομά της η σχεδόν μαύρη γάτα; Η πρόσκληση βέβαια είναι ανοιχτή και για τους υπόλοιπους φίλους. Για να μαθαίνουμε που βρήκατε τα ονοματάκια σας…

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2007

Αλλαγή

Η αλήθεια είναι πως τελευταία βλέπω τριγύρω μου ανθρώπους που δεν τους αρέσει η πραγματικότητά τους. Δε λέω η ζωή τους, γιατί δεν είναι η ζωή που μας φταίει, αλλά ο τρόπος που τη βλέπουμε. Και πραγματικά, είναι ελάχιστοι οι άνθρωποι που ξέρω, οι οποίοι έχουν κάποιο πραγματικό πρόβλημα, που αξίζει τη θλίψη και την κακοκεφιά τους. Οι περισσότεροι πνίγονται σε υποχρεώσεις και προβλήματα. Θεωρούν σπουδαίο μόνο όποιον έχει «σοβαρά» θέματα να ασχοληθεί, και ξεφυσάει όλη μέρα σαν λαχανιασμένο τραίνο. Κι όμως, πολλές φορές τους έχω ακούσει να απορούν, και μερικές φορές να ζηλεύουν, για την αισιοδοξία και τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα.
Όταν κάποιος έχει λάθος εικόνα για τον εαυτό του, και θέλω να βοηθήσω, του λέω για την τούρτα. Ο καθένας μας, έχει μία τούρτα. Βασικά, δεν την έχει από την αρχή, κι ακόμα κι αν έχει, η μεγαλύτερη πιθανότητα είναι να είναι κυρίως φτιαγμένη από υλικά που δεν έχει διαλέξει ο ίδιος. Η τούρτα σας όμως είναι αυτό που βλέπουν οι άλλοι και έρχονται κοντά σας. Μερικές φορές φαίνεται τόσο ωραία, που θέλουν και να δοκιμάσουν. Σε μερικούς αρέσει τόσο πολύ, που θέλουν και δεύτερο, ή τρίτο κομμάτι. Άλλοι, επιστρέφουν κάθε λίγο και λιγάκι για ένα ακόμα κομματάκι. Και ένας, συνήθως, ξετρελαίνεται τόσο πολύ που αποφασίζει να μην ξαναφάει από άλλο ζαχαροπλαστείο όλη του τη ζωή. Το θέμα είναι:η τούρτα σας, είναι στ’ αλήθεια δική σας; Εννοώ, βάλατε μέσα ό,τι αρέσει σε σας; Ακόμη κι αν τα υλικά φαίνονται αταίριαστα, ή δεν αρέσουν σε κάποιους; Γιατί μου φαίνεται καλύτερο εσείς να είστε ο πρώτος που θα ξετρελαθεί με την τούρτα σας, για να πείσει και τους άλλους ότι αξίζει να τη δοκιμάσουν…
Προχτές, περιμένοντας στη στάση του λεωφορείου, άκουσα ένα παλιό τραγουδάκι που μου αρέσει. Και συνειδητοποίησα πως όλους μας ακολουθεί μια μικρή θάλασσα, η οποία δεν μας κοιτάει στα μάτια, και δεν είναι καθόλου φορτική, δε μας μιλάει, αλλά συγχρόνως μας τα ζητάει όλα, σαν κακομαθημένο παιδί. Είναι λίγο τρομακτικό να ενδίδεις σε μια τέτοια δίνη, το ξέρω. Αλλά σε αποζημιώνει και με το παραπάνω αν της κάνεις τα χατίρια τελικά. Αν δεν αγαπάτε αυτό που ζείτε, αλλάξτε το. Δεν είναι ανάγκη να το δέχονται όλοι, μην σας πειράζει αν σας κοιτάνε σαν να είστε τρελοί, απλά κάντε το. Η αλλαγή από το ένα στρατόπεδο στο άλλο δεν είναι και τόσο δύσκολη όσο φαίνεται. Για να είμαι ειλικρινής, δεν ήμουν πάντα έτσι. Χρειάστηκε μία διόλου ευχάριστη διαδικασία, η οποία βέβαια με έπεισε πως εμείς κάνουμε τα πράγματα πιο δύσκολα από ότι είναι, τουλάχιστον τις περισσότερες φορές. Αλλά τώρα έφτιαξα μια τούρτα που χαίρομαι να βλέπω, με όλα τα γυαλιστερά της κερασάκια, και τα σκληρά της κομματάκια αμυγδάλου, αλλά και τις σοκολατένιες τρούφες της που λιώνουν στο στόμα…
Ένα σας εγγυώμαι πάντως:Αν δοκιμάσετε να το κάνετε μία και μόνο φορά, δε θα το χορταίνετε.


Υ.Γ. Μια μαντινάδα από την Κρήτη για τους αγχωμένους:

«Πείτε μου έναν άνθρωπο,
να τα ’χει λύσει όλα,
γιατί εγώ δεν τα ’λυσα,
μα δε με νοιάζει κιόλα.»


Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2007

Η Ελευθερία ξαναχτυπά!

Σήμερα το απόγευμα, με ένα κεφάλι καζάνι από το μάθημα, μου έκαναν μια προσφορά που δε μπόρεσα να αρνηθώ, που θα έλεγε και ο Δον Κορλεόνε. Με πήρε η Ελευθερία, και απαιτούσε να πάω να μου δείξει το καινούριο τους σπίτι. Μέχρι τώρα δεν έμεναν μέσα στο Βόλο και ήταν δύσκολο να τους επισκεφθούμε. Αλλά τώρα που μετακόμισαν…δε μας σώζει τίποτα. Αφήστε που ο μπαμπάς μου έχει χτυπήσει το πόδι του και έπρεπε να μας πάω εγώ με το αυτοκίνητο. Όποιος-και κυρίως όποια- έχει οδηγήσει με μπαμπά συνοδηγό, θα καταλάβει. Και φανταστείτε έναν χτυπημένο, γκρινιάρη μπαμπά. Τέλος πάντων, φτάσαμε μια χαρά, ωραίο το σπίτι, ωραία και η φρέσκια μπέμπα των κουμπάρων, αλλά η Ελευθερία ήταν για μια ακόμη φορά το κάτι άλλο. Παραθέτω μερικά μόνο στιγμιότυπα για τους μελλοντικούς ή υποψηφίους γονείς. Σκεφτείτε να σας βγει έτσι:

  • Μόλις μπήκαμε, με πήγε στην κουζίνα να της βάλω γάλα. Αλλά αποφάσισε αμέσως ότι θέλει και πιάτο. Δηλαδή, ότι θέλει φλιτζάνι με πιατάκι, όπως εμείς που θα πίναμε τσάι. Της εξηγήσαμε λοιπόν ότι θα της δώσουμε, αλλά δε μπορεί να κάνει βόλτες με το πιατάκι και το φλιτζάνι. Συμφωνήσαμε να καθίσει δίπλα από το τζάκι. Κάθισα κι εγώ δίπλα της με το τσάι μου. Με κοιτάζει σε κάποια στιγμή και μου λέει: «Ξερεις, δεν είναι γάλα.» Και τη ρωτάω απορημένη τι πίνει αφού δεν είναι γάλα. «Είναι καφές»,μου εξηγεί. «Α, δε μ’ αρέσει ο καφές»,της λέω. «Ναι ε; Δεν είναι ωραίος…»Μετά από λίγο με κοιτάζει συνωμοτικά. «Δεν είναι καφές, ξέρεις. Είναι χυμός.» «Μπα, εγώ νομίζω ότι είναι γάλα.»Το ξανασκέφτεται, και απαντάει: «Κοίτα, δεν είναι γάλα. Είναι καφές, χυμός, και γάλα.»Ε, με αποστόμωσε.
  • Της άρεσαν τα σκουλαρίκια μου. Δεν της έχουν κάνει ακόμη τρύπες, και με ρωτούσε διάφορα. Αφού της είπα ότι πονάει λίγο μόνο όταν τις ανοίγεις, και την καθησύχασα ότι δεν σου ανοίγουν «μια τρύπα τόσο μεγάλη όσο το αυτί σου»,όπως νόμιζε, ήθελε να δει πως είναι τρυπημένα τα αυτιά χωρίς τα σκουλαρίκια. Τα έβγαλα λοιπόν, και ενθουσιασμένη που είναι τόσο εύκολο να τα βάλεις και να τα βγάλεις, κι αφού μου τα έβαλε και η ίδια καναδυό φορές, αναφώνησε: «Α, ωραία είναι τα σκουλαρίκια, θα βάλω κι εγώ!» «Αλήθεια;» ρώτησε η μαμά της που φοβόταν ότι δε θα ήθελε. «Ναι, ναι! Κι εδώ, κι εδώ, κι εδώ…»,είπε, δείχνοντας διάφορα σημεία στα αυτιά και στη μύτη της. Τρέμετε γονείς…
  • Μου ζήτησε το σημειωματάριό μου για να μου ζωγραφίσει. Μου έκανε λοιπόν κάτι που μου είπε ότι είναι μια πεταλούδα. Καθότι φανατικός γατόφιλος, της ζήτησα να μου κάνει και μια γάτα. «Σε άλλη σελίδα όμως»,μου εξήγησε. «Για να μην τη φάει η πεταλούδα.» Τώρα τι έχει δει αυτό το τρίχρονο και πιστεύει ότι οι πεταλούδες τρώνε τις γάτες, μη με ρωτάτε. Αλλά μου έβαλε έναν όρο: «Η γάτα θα είναι μουσταρδί.» Εντάξει, άμα τολμούσατε ας λέγατε άλλο χρώμα. «Και τι χρώμα θα είναι τα μάτια της γάτας μου;»,ρώτησα. «Καφέ.» «Α, δεν τα θέλω καφέ. Να τα κάνεις ότι χρώμα είναι τα μάτια μου.» Με κοιτάει λοιπόν μέσα στα μάτια και λέει: «Μαύρα;» «Όχι καλέ, δεν είναι μαύρα.» «Α, ναι. Είναι κόκκινα.» «Μπλε είναι τα μάτια μου.» «Καλά, καλά»,μου απάντησε με ένα ύφος λες και μιλούσε σε καμιά τρελή που δεν ήξερε τι της γίνεται. «Θα τα κάνω λίγο μπλε και πιο πολύ κόκκινο

Επίσης, όσο κυλούσε η φανταστική αυτή βραδιά, δοκίμασε όλα τα δαχτυλίδια μου ,ένα εκ των οποίων το κράτησε για να παντρευτεί το μπαμπά της. Αφού πήγε στην κρεβατοκάμαρα των γονιών της για να βρει στέφανα, γύρισε και το δαχτυλίδι έλειπε. Αφού τη ρωτήσαμε που είναι και μας κοίταξε πολύ πονηρά, μας κατατόπισε λέγοντάς μας ότι «έγινε τσίχλα.» Ναι, το μασούσε, με την αιτιολογία ότι δεν έβρισκε τις τσίχλες που της πήρε η μαμά της το απόγευμα.
Υποψήφιοι μπαμπάδες και υποψήφιες μαμάδες, το νου σας…


Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2007

Αφήσατε ποτέ ένα βιβλίο σας να ταξιδέψει;

Σήμερα θα σας μάθω ένα κόλπο που θα σας φτιάξει εγγυημένα τη μέρα. Και θα φτιάξει κι άλλων τη μέρα. Είναι πολύ εύκολο, σαν να στέλνεις γελαστρόνια.
Πρώτα πρώτα, διαλέγεις ένα βιβλίο. Μπορείς να διαλέξεις ένα τυχαίο βιβλίο, ή ένα βιβλίο που αγαπάς πολύ. Μπορεί να είναι ένα παλιό σου βιβλίο, ή ένα βιβλίο που μόλις αγόρασες. Μπορεί να είναι ένα βιβλίο που έχεις για πέταμα, ή ένα που βαρέθηκες να διαβάσεις, ή το βρήκες απαίσιο. Αλλά προσοχή: με τα μαγικά μας πρόκειται να το κάνουμε ένα μοναδικό βιβλίο. Ένα ανεπανάληπτο, ξεχωριστό, ταξιδιάρικο βιβλίο. Έτοιμοι;
Το επόμενο βήμα της μεταμόρφωσης είναι να το γράψουμε στο ληξιαρχείο. Κάθε καινούριο γελαστρόνι, όταν γεννιέται, δεν εγγράφεται στο ληξιαρχείο; Έτσι και το βιβλιαράκι μας που θα ξεκινήσει την καινούρια του ζωή, πρέπει να έχει τη δική του ταυτότητα. Πάμε λοιπόν στο www.bookcrossing.com και του βάζουμε τον προσωπικό του αριθμό.
Αφού το θαυμάσουμε λίγο στην κούνια του, το ντύνουμε με τα πιο ωραία αυτοκολλητάκια και ετικέτες, για να είναι όμορφο όταν ξεκινήσει το ταξίδι του. Μετά, κάνουμε μια ειδοποίηση απελευθέρωσης, ώστε κάποιος που θα θέλει να το κυνηγήσει να ξέρει που να ψάξει.
Και τώρα, το πιο σημαντικό μέρος του μαγικού. Προσέξτε πολύ. Γυρνάμε στην πόλη , στο αγαπημένο μας καφέ, στο δρομολόγιο του λεωφορείου που μας πάει σπίτι κάθε μέρα, σε μια ζεστή γωνιά που καθόμαστε με τον αγαπημένο ή την αγαπημένη μας…Και ψάχνουμε μια φωλίτσα για το βιβλίο μας. Θα το αφήσουμε εκεί, και κάποιος άλλος που μοιράζεται αυτό το αγαπημένο μέρος με μας, θα το βρει, και θα γίνει ο επόμενος φίλος του. Αλλά ακόμη κι αν φοβόμαστε να το αφήσουμε στο κρύο και το αγιάζι, μπορούμε να το απελευθερώσουμε σε μια φιλόξενη Ζώνη, που υπάρχει σε κάθε πόλη σχεδόν. Η Ζώνη είναι ένα καφέ συνήθως, όπου υπάρχει μια βιβλιοθήκη με πολλά απελευθερωμένα βιβλιαράκια, και από όπου οποιοσδήποτε μπορεί να πάρει ένα και να το ταξιδέψει. Και κάθε φορά που το ξεχωριστό μας βιβλιαράκι θα ταξιδεύει κάποιον καινούριο φίλο στους μαγικούς κόσμους που είχε ταξιδέψει κι εμάς, θα μας έρχεται ένα mail που θα μας φτιάχνει τη μέρα, λέγοντάς μας την ιστορία ενός ακόμη αναγνώστη.
Είμαι bookcrosser από τον περασμένο Μάρτιο. Στην αρχή μου άρεσε σαν ιδέα, αλλά φοβόμουν λίγο για τα βιβλία μου. Να μη μου τα πετάξουν, να μην δεν πουν ότι τα έπιασαν…Στενοχωριόμουν που αρκετοί τα κρατούσαν στη βιβλιοθήκη τους και δεν τα άφηναν να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Μια μέρα όμως, μου ήρθε ένα mail!Κάποιος είχε πιάσει το βιβλίο μου! Από τότε, όλα άλλαξαν για μένα. Έκανα νέους φίλους, κέρδισα σε διαγωνισμούς, ταξίδεψα για να γνωρίσω bookcrossers από άλλες πόλεις, και γνώρισα ανθρώπους που είναι πλέον κομμάτια της καρδιάς μου. Έχω βιβλιαράκια μου στην Σουηδία, στην Τσεχία, και ανθρώπους που έγραψαν ότι τους έφτιαξα τη μέρα, ή ότι ήταν μια από τις πιο ελπιδοφόρες εμπειρίες τους. Κι όλα αυτά άρχισαν την ημέρα που αποφάσισα ότι είναι καλύτερο να μαζεύουν τα βιβλία μου φίλους, παρά σκόνη στο ράφι μου. Μπορείτε κι εσείς να κάνετε τη διαφορά, γίνετε μέλη και αρχίστε να απελευθερώνετε, ή να κυνηγάτε! Δεν είστε υποχρεωμένοι να πληρώσετε τίποτα, ούτε έχετε καμία άλλη υποχρέωση.
Γι’ αυτό, κοιτάξτε πιο προσεκτικά την επόμενη φορά που θα μπείτε στο λεωφορείο. Ή που θα πάτε για καφέ. Στο δίπλα τραπέζι ίσως να κάθεται ένα βιβλιαράκι-ταξιδιώτης που μπορεί να σας αλλάξει τη ζωή. Αρκεί να είστε έτοιμοι να της προσθέσετε λίγη μαγεία
Υ.Γ.Αν τελικά το αποφασίσετε και θέλετε να βρείτε πληροφορίες ή να ρίξετε μια ματιά στη διαδικασία,ξαναδείτε το μαγικό βήμα-βήμα εδώ.

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2007

Happy Halloween!

Σήμερα που είναι η τελευταία μέρα του Οκτώβρη, στην Αμερική και την Αγγλία κυρίως, γιορτάζουν το Halloween. Κανονικά θα σας έκανα μια μικρή εισαγωγή στο έθιμο, αλλά με γλίτωσε από αυτόν τον κόπο η Σοφία, οπότε θα αρχίσω κατευθείαν με το βασικό σκοπό του ποστ.
Με αφορμή λοιπόν τη γιορτή του Halloween,θα σας γνωρίσω τον Τζακ, τον Βασιλιά της Κολοκύθας.

Για όσους δεν τον ξέρουν, ο Τζακ είναι κάτοικος της πόλης του Χάλοουιν. Και τι είναι αυτή η πόλη; Δεν αναρωτηθήκατε ποτέ από πού έρχονται οι γιορτές; Κάθε γιορτή έχει κι από μια πόλη. Τα πλάσματα που μένουν εκεί δεν κάνουν τίποτα άλλο όλο το χρόνο, από το να ετοιμάζουν την γιορτή της πόλης τους. Δεν ξέρουν άλλο κόσμο πέρα από τον δικό τους, και δεν έχουν βγει ποτέ από την πόλη τους. Ο Τζακ λοιπόν, ο οποίος ναι μεν είναι ευχαριστημένος από τη δόξα που απολαμβάνει στην πόλη του Χάλοουιν, αλλά αισθάνεται ότι κάτι λείπει από τη ζωή του, κάνει έναν περίπατο στο δάσος. Εκεί ανακαλύπτει κάποια δέντρα, πάνω στα οποία υπάρχει ζωγραφισμένο κι από ένα σύμβολο γιορτής. Ο φίλος μας, αφού παρατηρήσει απορημένος πόρτες με γαλοπούλες, πασχαλινά αυγά και τετράφυλλα τριφύλλια, αποφασίζει να ανοίξει την πόρτα με ένα παράξενο, πράσινο έλατο, με διάφορα χρωματιστά μπιχλιμπίδια που δεν έχει αντικρίσει ποτέ ξανά σε όλη του τη ζωή. Ξαφνικά, μια σειρά κουδουνάκια μπλεγμένα με χιονονιφάδες και κάλαντα, τον τυλίγει και τον ρίχνει σε ένα σκοτεινό τούνελ, που τον οδηγεί στη Χριστουγεννούπολη. Ο φίλος μας ο Τζακ ενθουσιάζεται,και αποφασίζει να πείσει τους συμπολίτες του στο Χάλοουιν να οργανώσουν αυτοί φέτος τα Χριστούγεννα.


Βέβαια, φανταστείτε τι Χριστούγεννα θα είναι αυτά, που θα έχουν φτιαχτεί από πλάσματα που μέχρι τώρα έφτιαχναν την πιο τρομακτική γιορτή του χρόνου, και μάλιστα νομίζουν ότι βασιλιάς της Χριστουγεννούπολης είναι ένας μπρατσαράς, με κόκκινη στολή και βαθιά φωνή που τον λένε Sandy-Claws (Αη-Τονύχη)…
Αυτή την καταπληκτική ιστοριούλα μπορείτε να τη δείτε στην ταινία του λατρεμένου μου Τιμ Μπάρτον, “The Nightmare before Christmas”.

Μην σας φοβίσουν τα μαύρα χρώματα και οι σκελετοί στην αρχή, έχει πολύ πλάκα και δεν είναι καθόλου τρομακτικό. Έχει και το love story του, που θα σας συγκινήσει. Μάλιστα έχει και ηθικό δίδαγμα για όλους μας στο τέλος:Να μην αρνούμαστε αυτό που πραγματικά είμαστε και να μην το βάζουμε κάτω. Εγώ φέτος θα το δω με την τρίχρονη βαφτισιμιά μου να φανταστείτε. Καλό Χάλοουιν λοιπόν!

Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2007

Stranger than fiction

Σήμερα αποφασίσαμε με το Μούκο να δούμε ταινία. Συνήθως κάνω χίλιες δυο μαλαγανιές και γλυκουλιές στο βιντεοκλάμπ για να πάρουμε αυτό που θέλω εγώ, καθότι πιστεύω ότι έχω καλύτερο γούστο στις ταινίες (ναι, τελικά είχε δίκιο μια κυρία που με είπε ψωνάρα). Αλλά αυτή τη φορά ο Μούκος είχε κάτι δουλειές πιο πριν, κι έτσι πέρασε μόνος του να διαλέξει ταινία. Μόλις ήρθε λοιπόν σπίτι, ρώτησα ποια πήρε. Και φυσικά, στραβομουτσούνιασα, γιατί μου φάνηκε μεγάλη σαχλαμάρα. Και άρχισα τα γνωστά «Τι διάλεξες μωρέ τώρα, τι βλακεία θα είναι αυτή πάλι, κτλ.».Ναι, είμαι πολύ γκρινιάρα. Και το χειρότερο είναι ότι αυτή τη φορά είχα άδικο…
Είδαμε το “Stranger than fiction”. Είμαι λάτρης της λογοτεχνίας, και δεν είχα την παραμικρή υπόνοια ότι η συγκεκριμένη ταινία έχει να κάνει με τη μεγάλη μου αγάπη. Είναι λίγο υπερρεαλιστική η ιδέα που πραγματεύεται βέβαια, αλλά έχει δοθεί τόσο γλυκά και αρμονικά δεμένη με την πλοκή, που δε φαίνεται καθόλου άτοπη. Δε θα σας πω λεπτομέρειες, γιατί μετά λένε ότι βάζω spoilers, αλλά θα μοιραστώ μαζί σας ένα κομμάτι από το τέλος που μου άρεσε πάρα πολύ και αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό τη φιλοσοφία μου για τη ζωή.
«Καθώς ο Χάρολντ πήρε μια δαγκωνιά από ένα ζαχαρωμένο μπισκότο, επιτέλους αισθάνθηκε ότι όλα θα πάνε καλά. Μερικές φορές, όταν χάνουμε τον εαυτό μας στο φόβο και την απόγνωση ,στη ρουτίνα και τη στασιμότητα, στην απελπισία και την τραγωδία, μπορούμε να ευχαριστούμε το Θεό για τα ζαχαρωμένα μπισκότα. Και, ευτυχώς, όταν δεν υπάρχουν καθόλου ζαχαρωμένα μπισκότα, μπορούμε ακόμα να βρούμε την επιβεβαίωση σε ένα γνώριμο χέρι στο δέρμα μας, ,ή σε μια γλυκιά και αγαπημένη χειρονομία, ή σε μία ανεπαίσθητη ενθάρρυνση, ή σε μια αγαπημένη αγκαλιά, ή σε μια προσφορά συμπαράστασης, για να μην αναφέρω τα νοσοκομειακά φορεία ,τα μανταλάκια μύτης, ένα αφάγωτο γλυκάκι, ψιθυριστά μυστικά, και μια Fender Stratocasters(τύπος ηλεκτρικής κιθάρας), και ίσως ένα τυχαίο λογοτεχνικό κομμάτι που και που. Και πρέπει να θυμόμαστε ότι όλα αυτά τα πράγματα, οι ενοχλήσεις, οι ανωμαλίες, τα κρυφά εμπόδια, τα οποία θεωρούμε ότι απλά συνοδεύουν τις μέρες μας, αποτελούν μέρος ενός πολύ μεγαλύτερου και ευγενικού σκοπού. Είναι εδώ για να σώζουν τις ζωές μας. Ξέρω ότι η ιδέα φαίνεται παράξενη, αλλά επίσης ξέρω ότι τυχαίνει να είναι αλήθεια.»
Δείτε το.

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2007

Ε ε εκδρομή!

Άλλη μια μέρα εκδρομής. Αυτή τη φορά ήταν πορτοκαλί όμως. Και είχε και μυρωδιά. Κανέλα και γαρύφαλλο. Περίμενα από καιρό να κάνω αυτό το ταξίδι. Δεν ήμουν ποτέ σίγουρη για το πώς θα είναι. Εντάξει, όλος ο κόσμος ξέρει ότι τα γελαστρόνια σε κάνουν να γελάς. Και ότι τριγυρνάνε συνήθως με κοστούμι. Αλλά άμα χρειαστεί να μείνεις μαζί τους;
Ε λοιπόν, ήταν χειρότερα από ότι περίμενα. Χειρότερα κι από την ενέδρα που μου είχαν στήσει την προηγούμενη φορά στο καφέ. Ήταν ένα ανεπανόρθωτο πλήγμα στην μούκικη μου αξιοπρέπειά καταρχήν. Διότι τα συγκεκριμένα γελαστρόνια έχουν σαδιστικές τάσεις. Μάλιστα. Ορίστε, τα λέω και δημοσίως .Όλοι εσείς που νομίζετε ότι είναι «ευπροσήγοροι και ευδιάθετοι» όπως λέει και ο κύριος Ρόμπινς, και γι’ αυτό χαμογελάνε, πλανάστε οικτρά. Επίσης όσοι νομίζετε ότι θα γυρνούσαν από το μήνα του μέλιτος και θα είχαν τη μειλιχιότητα και την γλυκύτητα των νεόνυμφων, την πατήσατε. Άλλο να σας λέω κι άλλο να το βλέπετε.
Καταρχήν,διασκέδαζαν ξεδιάντροπα με το εκ γενετής προσόν μου να κοκκινίζω. Κι όχι μόνο αυτό, επεδίωκαν και το δημόσιο εξευτελισμό μου. Αμέ. Ανέφεραν το Μούκο μου σε δημόσιους χώρους, και μάλιστα και μπροστά σε ξένο κόσμο, και μετά γελούσαν βλέποντας τη στάθμη του κόκκινου να ανεβαίνει στο αθώο προσωπάκι μου. Και δώστου να γελάνε,και δώστου εγώ να κοκκινίζω κι άλλο.
Κατά δεύτερον, δεχόμουν συνεχώς και ύπουλα, επιθέσεις γλυκουλιάς. Στα καλά καθούμενα. Η τελευταία μάλιστα, η οποία επέφερε και ανεπανόρθωτο τραύμα, έλαβε χώρα δίπλα στα κουβερλί του ΙΚΕΑ. Σα δε ντρέπονται λέω εγώ. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήθελαν και συνένοχο. Κουβάλησαν και τον κομπάρο της συμφοράς να με αποτελειώσει. Δεν πειράζει, θα δει κι αυτός, η Νορβηγία είναι κοντά…
Αλλά…εντάξει δε μπορώ να πω. Είχε πολλά μακαρόνια η εκδρομή, πολλά και ωραία γλυκάκια (όλοι ξέρουν ότι οι μούκοι τρελαίνονται για λιχουδιές), και δωρεάν μουσική, live μάλιστα. Βέβαια, ήταν λες και ξυπνούσες και κοιμόσουν με τη χορωδία Τρικάλων, αλλά δε βαριέσαι. Τα λένε καλά τουλάχιστον. Πολύ καλά. Είδα και ταινίες, έκανα και την έξυπνη (όσο με έπαιρνε), σαχλαμάρισα, ψυχαναλύθηκα, γλυκουλίστηκα… Δεν ήθελα να φύγω μωρέ… Να φανταστείτε, είδα στο δρόμο ένα λόφο με λάστιχα που έμοιαζαν με μαύρα CHEERIOS, κι ούτε καν χαμογέλασα. Αλλά δεν πειράζει, με περίμενε σοκολάτα στο ενδιάμεσο του ταξιδιού και συνήλθα. Εξάλλου, υποσχέθηκαν να ξαναεπιτεθούν σύντομα. Άντε, ξέρετε, οι παραπονιάρηδες μούκοι δε μπορούν πολύ καιρό χωρίς γελαστρόνια.

Υ.Γ. Ψάξτε μέσα στο Χάρι Πότερ.Woody, έχε την κάμερα έτοιμη, άμα κλάψει το θέλω σε βίντεο να την πειράζω.

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007

Ακόμα...

Τον θυμάστε τον κ.Γλάρο;Καλό θα ήταν να τον θυμόμαστε όλοι όταν πηγαίνουμε στις παραλίες...Τόσα χρόνια τα λέει,και εμείς ακόμα το βιολί μας.Φέτος έβγαλαν και σποτάκι με τα παιδιά του.Ελπίζω να μη χρειαστεί να βγάλουν και με τα εγγόνια του για να βάλουμε μυαλό...

Και οι τέσσερις μου έφυγαν σήμερα...

Λέξη-λέξη πώς να το πω
όλο αυτό που όταν δε σ'έχω περνάω
δεν υπάρχουνε λόγια γι'αυτό το τέρμα
που δεν πάει πιο 'κει,
που διψάει για σένα.
Λέξη-λέξη πώς να βρεθώ
στο στενό κρεβάτι που ανάψαν οι φλέβες
δεν υπάρχουνε λόγια γι'αυτό το δέρμα,
δέρμα από φωτιά,
δυνατό μετάξι.

Λέξη-λέξη θα ψάχνω,ακούς;
Όλα αυτά που όταν δε σ'έχω τα θέλω
δεν υπάρχουνε λόγια γι'αυτό το τέρμα
την καινούρια αρχή
που ζητάει εσένα.
(Γιάννης Κότσιρας-Καινούρια αρχή)
Κι ένα για τον καθένα:
Μούκε μου:"Μια φορά στη ζωή αγαπάμε,κι η αγάπη μου δεν είναι 'δω..."
Αγάπη μου:"Μου 'γνεφε η καρδιά,πάρε μυρωδιά,το λάδι εδώ πώς καίγεται,και ζήσε το ταξίδι..."
Woody:"Αχ κορμί μου πήλινο,κι εσύ κλαρίνο ξύλινο,ποιος μας κρατάει σε τούτο το χορό;"
κι ένα για σένα ρε κλαψιαρη τυχάρπαστε:"Εκεί που με ξεχάσαν όλοι,και με βρήκες μόνο εσύ..."
Μου λείπετε ήδη...

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2007

Τον ξέρετε τον Ευγένιο;

Σήμερα θα σας συστήσω στο φίλο μου τον Ευγένιο.Ο Ευγένιος ήταν και είναι ο πιο αγαπημένος μου συγγραφέας,και εξαιτίας του άρχισα να διαβάζω λογοτεχνία και έγινα...όπως έγινα τέλος πάντων.Διαβάστε τη βιογραφία του, που ο ίδιος βάζει στο οπισθόφυλλο των βιβλίων του,και θα καταλάβετε:
"Ο Ευγένιος Τριβιζάς είναι εξερευνητής, εφευρέτης, ταχυδακτυλουργός και ζογκλέρ μελάτων αυγών. Έχει ανακαλύψει το Νησί των Πυροτεχνημάτων, τη Φρουτοπία, το Κουνουπακιστάν, το Πιπερού, τη Χώρα των Χαμένων Χαρταετών, το Γαλαξία των Λεγεώνων και την Πολιτεία με όλα τα Χρώματα εκτός από το Ροζ. Ο Ευγένιος ζει στο Νησί των Πυροτεχνημάτων με τον παπαγάλο του τη Σύνθια, τον άσπρο ελέφαντα τον Πουκιπόν, τον Οράτιο το αόρατο πράσινο καγκουρό, τον Πελέ τον ταχυδρομικό πελεκάνο, τον Παντελή τον απότομο ιπποπόταμο και τη Λιλή την παρδαλή λεοπάρδαλη. Κάθε τόσο μαζί με τους φίλους του τον καπετάνιο Βαρθολομαίο Μπορφίν και τον Αλέξη Πτωτιστή ταξιδεύουν στα πέρατα του κόσμου, σώζουνε πριγκίπισσες από δράκους και δράκους από πρίγκιπες και προσπαθούν να βρούνε το χαμένο όγδοο χρώμα του ουράνιου τόξου.
Οι γνωστότερες εφευρέσεις του Ευγένιου είναι ο γαργαλιός (ένα μηχάνημα, που σε γαργαλάει, όταν είσαι λυπημένος), το ηλεκτρικό ρουφοσκόπιο (ένας συνδυασμός τηλεσκοπίου και ηλεκτρικής σκούπας, με το οποίο όχι μόνο βλέπει κανείς τα αστέρια αλλά, άμα θέλει, τα ρουφάει και τα κάνει γιρλάντες), ο ενισχυτής ροχαλητού (που δυναμώνει εκατό φορές το ροχαλητό σου, όταν κοιμάσαι και τρομάζει τους διαρρήκτες) και η χαμαιλεοντική μπογιά (που, αν βάψεις το δωμάτιό σου μ’ αυτή, αλλάζει κάθε πρωί χρώμα ανάλογα με το όνειρο, που έβλεπες προτού ξυπνήσεις. Αν έβλεπες τη θάλασσα, είναι μπλε με άσπρες ρίγες και, αν έβλεπες λαμπρίτσες, κόκκινο με μαύρες βούλες).
Ο Ευγένιος έχει ανακαλύψει επίσης το φαγώσιμο χαρτοπόλεμο, την μπανιέρα με τις δώδεκα τρύπες, τον ιπτάμενο ανεμόμυλο, την τσουλήθρα με σκαλοπάτια στο κατέβασμα, τη μελωδική ομπρέλα, το παπιγιόν για νάνους και τον αναδρομικό καθρέφτη (που σε κάνει όπως ήσουνα πριν από δέκα χρόνια). Ο Ευγένιος έχει επίσης μια μοναδική συλλογή από σπάνια κομμάτια παλιών παραμυθιών. Η συλλογή αυτή περιλαμβάνει ένα πούπουλο από το μαξιλάρι όπου κοιμόταν η Πεντάμορφη πριγκιποπούλα, το κορδόνι από το δεξί παπούτσι του Παπουτσωμένου Γάτου, ένα τούβλο από το σπίτι που είχαν χτίσει τα Τρία Γουρουνάκια, τη φούντα από το σκουφάκι της Κοκκινοσκουφίτσας και το φιτίλι από το λυχνάρι του Αλαντίν. Μερικοί, βέβαια, υποστηρίζουν ότι, όλα αυτά δεν είναι αλήθεια και ότι, ο Ευγένιος είναι ένας εγκληματολόγος, που ζει στο Λονδίνο και διδάσκει στο πανεπιστήμιο του Reading. Δεν έχουν, όμως, δίκιο. Στην πραγματικότητα, ο εγκληματολόγος είναι ο δίδυμος αδερφός του."

Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2007

Ο γατάσκοπος

Προχτές έγινε κάτι εξαιρετικό. Με βρήκε ένας γατάσκοπος. Εσείς βέβαια δεν ξέρετε καν τι είναι οι γατάσκοποι. Ο Μούκος μου, μου έχει πει ότι άμα είσαι γατόφιλος και απειλείσαι από την παρουσία πολλών σκύλων στη περιοχή σου, μερικές φορές σου στέλνουν έναν γατάσκοπο να κόψει κίνηση και να σε προστατεύει. Έτσι κι έγινε.
Εγώ βέβαια είμαι γνωστή γατόφιλος. Είχα και ένα υπέροχο γατούλη, τον Έκτορα, που τον έχασα πέρσι τα Χριστούγεννα. Και μάλλον η Υπηρεσία δεν ήθελε να με αφήσει μόνη φέτος το χειμώνα…
Τελείωσα που λέτε το μάθημα στις 9 και πήγα να πάρω το αμάξι, για να πάω για ταινία στο σπίτι ενός φίλου. Με το που στρίβω τη γωνία λοιπόν, βλέπω ένα ασπρόμαυρο γατόνι να κάθεται πάνω στο καπό. Είπα να το κατεβάσω, αλλά τα χέρια που ήταν γεμάτα. Ανοίγω την πόρτα του συνοδηγού, να αφήσω το βαλιτσάκι μου και τα βιβλία και να το κατεβάσω. Αλλά μόλις τελείωσα, το γατόνι έλειπε. «Θα φοβήθηκε που άνοιξα την πόρτα κι έφυγε»,σκέφτηκα. Ανοίγω λοιπόν την πόρτα μου, βάζω ζώνη, και ετοιμάζομαι να βάλω μπρος. Και τότε, ξαφνικά…
«Νιάου!»
Λέω από μέσα μου, είπαμε, να αγαπάς τις γάτες, αλλά να ακούς και νιαουρίσματα από το πουθενά;
«Νιάου!»
Κοιτάζω δίπλα, και τι να δω…Το γατόνι καθισμένο στη θέση του συνοδηγού, να με κοιτάει παρακαλεστικά. Μάλλον ξεγλίστρησε μέσα όταν έβαζα τα πράγματα. Ε, δεν το σκέφτηκα και πολύ. Εξάλλου λένε ότι οι γάτες διαλέγουν εσένα, όχι εσύ τις γάτες. Κάθισε και ήσυχα σε όλη τη διαδρομή μέχρι το σπίτι, κιχ δεν έβγαλε. Είναι άψογη με όλους , γουργουρίζει ακόμη κι αν δεν τη χαϊδεύει κανείς και χρειάστηκε μόνο μία φορά να της πω «μη» για να μην μπαίνει στο δωμάτιό μου, ακόμα κι αν η μπαλκονόπορτα είναι διάπλατα ανοιχτή. Κάναμε και βαφτίσια, Αμελί τη βγάλαμε. Σας αρέσει;

Εφορίας συνέχεια

Λοιπόν, όπως σας είχα πει, ξαναπήγα Εφορία χτες. Ήταν ωραία την τελευταία φορά που πήγα και είπα να τους τιμήσω ξανά. Αλλά πάλι δε μου έκαναν τη χάρη. Να σας εξηγήσω.
Πάμε πουρνό πουρνό με τη γιαγιά παραμάσχαλα να κάνουμε τα υπόλοιπα χαρτιά. Ρωτάμε λοιπόν σε ποιο γραφείο πρέπει να απευθυνθούμε, κάνουμε το γνωστό tour και καταλήγουμε στο γραφείο μια υπέροχης κυριούλας, που φρόντισε να μας δώσει μια μικρή γεύση από το πώς θα κυλούσε η μέρα μας.
-«Τι είστε;»
(Νόμιζα ότι αυτό ήταν προφανές, αλλά μάλλον από τόσα χρόνια που με φωνάζει γαϊδάρα η μαμά μου, άλλαξαν τα πράγματα.)
-«Τι εννοείτε;»
-«Τι συγγένεια έχετε, δεσποινίς;»
-«Γιαγιά και εγγονή.»
-«Κι εγώ πού το ξέρω;»
Θα της έλεγα να μας κάνει ένα τεστ DNA, αλλά θα έπρεπε να μας πάρουν αίμα και δεν τα πάω καλά με τις βελόνες. Αφού λοιπόν μας ρώτησε από ποιανού πλευρά είναι γιαγιά μου, και άμα η μαμά μου έχει από τις παλιές ταυτότητες που να έχουν το γένος, κατέληξε ότι για να πειστεί πρέπει να της φέρουμε ένα πιστοποιητικό από το Δήμο. Τηλεφώνησα λοιπόν στη μαμά μου αν γίνεται να πεταχτεί να πάρει ένα. Όσο περιμέναμε βέβαια, κάναμε όλα τα υπόλοιπα χαρτιά για να μην χάνουμε χρόνο. Ευτυχώς μας εξυπηρέτησε για συμπαθέστατη κυρία, που έκανε μόνο πέντε λεπτά και ήταν όλο χαμόγελο. «Δε μ’ αρέσουν οι κατσούφηδες», μου εξήγησε. Τι κρίμα να μη σ’ αρέσουν οι κατσούφηδες και να κάνεις τέτοια δουλειά…Έρχεται λοιπόν η μαμά με το πολυπόθητο χαρτί και πάμε ξανά στο γραφείο. Η προηγούμενη κυριούλα μας πάσαρε σε μια άλλη, ξανθομαλλούσα, που κάπνιζε αμέριμνη και μιλούσε με τον κύριο του δίπλα γραφείου. Μετά από πέντε λεπτά που με πήρε χαμπάρι, παίρνει τα χαρτιά από τα χέρια που και κοιτάζει επίμονα το πιστοποιητικό (το οποίο έγραφε και ημερομηνίες γέννησης).
-«Εσείς είστε η Α…;»
-«Ναι.»
-«Και η κυρία Β… είναι εγγονή σας;»
-«Όχι κυρία μου, αυτό προφανώς δε γίνεται, αφού εγώ γεννήθηκα το 1983 και η Β… το 1940.»
-«Α, μάλιστα»
Και αρχίζει ένα μπλέξιμο με τις συγγένειες... Ποιος είναι αυτός, και τι τον έχετε εκείνο… Μόνο το οδοντιατρικό μου αρχείο δε μου ζήτησε για να πληρώσουμε τον καταραμένο το φόρο. Τέλος πάντων, τελειώσαμε μετά από κανένα μισάωρο, αφού της είχα βάλει τις φωνές. Αλλά έπρεπε να πάω και στην άλλη Εφορία.
Ευτυχώς εκεί ήταν καλύτερα τα πράγματα. Περίμενα στην ουρά με μία κυρία και το πεντάχρονο κοριτσάκι της, που μου έφτιαξε τη μέρα. Κρατούσε την επιταγή τους, και η μαμά της της άλαγε να είναι προσεκτική με αυτό το χαρτί.
-«Γιατί;»
-«Γιατί είναι πολύ επίσημο και σημαντικό»
-«Τι λες μωρέ, αυτό είναι γεμάτο μουτζούρες. Εσύ δεν το πρόσεχες και άφησες και στο μουτζουρώσανε παντού.»
Εννοούσε βέβαια τις υπογραφές. Αφού λοιπόν σχολίασε ότι ο φάκελός μου είχε μόνο ένα χαρτί, με καθησύχασε:
-«Μη στενοχωριέσαι, θα σου δώσει αυτή η κυρία στο γραφείο χαρτιά να βάλεις μέσα. Δίνει σε όλους, πολλά.»Και γαλάζια μου είπε, που της είχα πει ότι είναι το αγαπημένο μου χρώμα. Μου έκανε και ζωγραφιά στο μπλοκάκι μου.

Τι απλά που είναι όλα για τα παιδιά… Έτσι, πήγα στην κυρία με την επιταγή μου, και της είπα ότι της έφερα μία σε μπεζάκι σήμερα, κι ότι θα πρέπει να συμβιβαστεί και να τη δεχτεί, αφού ούτε κι εμένα είναι το αγαπημένο μου χρώμα, αλλά τι να κάνω. Πάλι δε γέλασε βέβαια, αλλά δεν πειράζει, γέλασα εγώ και η μικρούλα, που με κοιτούσε από την μισόκλειστη πόρτα…

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2007

Σπίτι μου,σπιτάκι μου...

Σήμερα έπρεπε να πάω στην Εφορία. Και μάλιστα όχι μόνο σε μία, αλλά σε δύο. Και έπρεπε να πάρω και τη γιαγιά μου μαζί.
Εδώ και λίγο καιρό πήρα ένα σπίτι. Ωραίο, μεγάλο, στο κέντρο. Νόμιζα ότι τα πράγματα είναι απλά. Πληρώνεις, κάνεις μερικά χαρτιά, και τελείωσε το πανηγύρι. Αμ δε. Χτες με πληροφόρησαν ότι πρέπει να πάω στην Εφορία για κάτι τελευταίες υπογραφές και για να πληρώσει η γιαγιά κάποιο φόρο. Ε, σηκώθηκα κι εγώ, έβαλα το τζιν και τα σταράκια μου και κατέβηκα στο σαλόνι. Εκεί με περίμενε ο μπαμπάς με μια φακελάρα. Ξέρετε, από αυτούς τους μουσταρδί, τους σοβαρούς. Εγώ κανονικά δεν πιάνω τέτοιους φακέλους. Μόνο άμα μου έρθει κανένα μεγάλο γράμμα. Αλλά τι να κάνω… Η ανάγκη βλέπετε. Έκατσα λοιπόν στο μεγάλο τραπέζι και άρχισε ο μπαμπάς τη λογοδιάρροια. Και να ζητήσεις αυτό το χαρτί, και θα σου δώσουν αυτό το διπλότυπο… Τέλος πάντων, βγήκα έξω αγκαλιά με το Ρόμπινς μου και ένα κεφάλι καζάνι, να περιμένω τη γιαγιά να ετοιμαστεί. Έλα μου όμως που η γιαγιά για να φύγει έπρεπε να περιμένει να γυρίσει ο παππούς. Ο οποίος ήταν μάλλον βαλτός, γιατί έσκασε μύτη στις 12 και η Εφορία κλείνει στις 1. Τέλος πάντων, δεν γκρίνιαξα και πήραμε ταξί για να μη μου φτάσει η πίεση 200 προσπαθώντας να παρκάρω στο κέντρο και να προλάβουμε την Εφορία συγχρόνως. Ρωτάμε που να πάμε για τα χαρτιά, μας λένε στον πρώτο όροφο. Πάμε στον πρώτο, τα κοιτάει κανένα εικοσάλεπτο μια κυρία με μαλλί αφάνα, και μας λέει να πάμε στον πέμπτο. Εκεί μια άλλη κυρία μας έστειλε στο γραφείο 24. «Από τη βεράντα», μας επισήμανε. Έχει η δικιά σας η Εφορία βεράντα; Εμάς έχει. Ζήλια… Πάμε στο 24,κρατάνε ένα χαρτί και μου δίνουν τα υπόλοιπα να πάω στο 12. Από το 12,όπου μου έβαλαν μόνο δύο σφραγίδες, αλλά παρόλα αυτά τους πήρε ένα δεκάλεπτο, με έστειλαν πακέτο στο 14. Ευτυχώς είχα αφήσει τη γιαγιά στο 24 και δεν την έσερνα μαζί μου. Και πάνω που μου έχει μείνει μόνο μία υπογραφή, έρχεται η καταστροφή. «Α, δεν κάνει η επιταγή σας.»Γιατί;;; Δεν περνάνε τα λεφτά μας στης Εφορία; Άστοχο αστείο γιατί η κακιά κυρία που την κρατούσε δεν έσκασε ούτε ένα χαμόγελο. Βασικά με κοιτούσε λες και ήμουν ο πιο ανόητος οργανισμός σε ολόκληρο το σύμπαν. «Πρέπει να είναι στο όνομά μας.» Είπα να τη ρωτήσω πως τη λένε, αλλά θα προκαλούσα την τύχη μου άμα έκανα κι άλλο αστειάκι. Και ξέρετε τι έγινε; Μας πήρε όοοοοολα τα χαρτιά πίσω (αφού με έβαλε να τα μαζέψω ένα ένα ευλαβικά από όλα τα γραφεία στα οποία τα είχα διασκορπίσει με μεγάλη επιτυχία προηγουμένως),και μου είπε να ξαναπάω αύριο με άλλη επιταγή. Όχι, δε γκρινιάζω. Αύριο το μεσημεράκι βάλτε ειδήσεις. Μπορεί να με δείξουν στο αστυνομικό ρεπορτάζ.

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2007

In love

Δεν είναι πολύ ωραία να είσαι ερωτευμένος;ΟΧΙ. Καλά μην πάει τώρα το ρομαντικό μυαλό σας σε ηλιοβασιλέματα και καρδούλες. Δεν είναι έτσι ο έρωτας αγαπητοί, σαν τις διαφημίσεις με τα κόκκινα κορδελάκια και τα σοκολατάκια. Αυτός ο έρωτας υπάρχει όσο υπάρχουν τα χαρούμενα παιδάκια που πίνουν όλο το γάλα τους στις διαφημίσεις του ΝΟΥΝΟΥ. Ο πραγματικός ο έρωτας είναι χάλια. Αλήθεια. Στην αρχή, τον βλέπεις και πέφτεις ξερή. Όποτε σε πλησιάζει κοκκινίζεις, ιδρώνεις, σε πιάνει ταχυπαλμία και άμα πας να μιλήσεις…εκεί να δείτε γλέντια. Ο Μπόζο ο κλόουν καλύτερα θα τα έλεγε. Και άντε πες ότι καταφέρνεις να πεις κάτι αξιόλογο και κανονίζετε ένα ραντεβού. Αφού έχεις αδειάσει όλη τη ντουλάπα στο κρεβάτι προσπαθώντας να αποφασίσεις τι να βάλεις, καταλήγεις να πας με ένα τζιν και ένα T-shirt. Σαν χαζό. Και μετά αυτό το σφίξιμο στο στομάχι…Και αν όλα πάνε καλά, πρέπει κάτι να γίνει. Εννοώ αν είσαι κορίτσι, να κάθεσαι και να τον βλέπεις να ξεφυσάει τον δύσμοιρο και να προσπαθεί να το πει. Άμα είσαι αγόρι, ακόμα χειρότερα. Πως να ξεστομίσεις τέτοιο πράγμα; Κι άμα δε νιώθει το ίδιο; Κι άμα δεν της αρέσεις; Είδα προσφάτως έναν καημένο κομπάρο σε παρόμοια κατάσταση και ομολογώ ότι τον συμπόνεσα βαθύτατα. Και άντε και τα φτιάχνετε. Έχεις να διαλέγεις δώρα για επετείους, γενέθλια, ό,τι μπορείς να φανταστείς. Με την ίδια αγωνία άμα θα του αρέσουν. Κι άμα θα χαμογελάσει. Και όταν λείπει, νιώθεις ότι θες να έρθει ΤΩΡΑ. Και όταν είναι εκεί δε σου φτάνει μια αγκαλιά. Και σε βασανίζει να σκέφτεσαι ότι θα φύγει ξανά, έστω κι αν είναι για λίγες ώρες. Και να οι αναστεναγμοί, και να το βλέμμα χαμένο στο διάστημα…Μέχρι να τον ξαναδείς. Και μετά τίποτα δεν έχει σημασία.
Ε λοιπόν, μην το δοκιμάσετε ποτέ. Δεν περνάει με τίποτα άμα κολλήσεις. Και μη σας κάνουν να την πατήσετε φίλοι και γνωστοί. Εγώ βασανίζομαι επί επτά συναπτά έτη κι ακόμα…

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2007

Σαν παραμύθι

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα αγοράκι κι ένα κοριτσάκι.

Το αγοράκι ήταν η χαρά του παιδιού. Όλη την ώρα γελούσε και έκανε και όλους τους υπόλοιπους γύρω του να γελάνε. Φαινόταν ότι θα γίνει εξαιρετικής ποιότητας γελαστρόνι. Αλλά και το κοριτσάκι δεν πήγαινε πίσω. Σκέτο νεραϊδάκι, χαιρόσουν να το βλέπεις και ζωγράφιζε στα πρόσωπα όλων από ένα μεγάλο χαμόγελο. Και το αγοράκι, και το κοριτσάκι, μοιραζόταν ένα κοινό πάθος: τη μουσική. Μάλιστα, πήγαιναν μαζί και στη χορωδία, έκαναν και εκδρομές.

Και όπως ήταν αναμενόμενο, μετά από λίγο καιρό,το αγοράκι ερωτεύτηκε το κοριτσάκι. Ε δεν ήταν και δύσκολο.

Βέβαια, και οι δύο ήξεραν ότι θα έμεναν μαζί για πάντα. Μη με ρωτάτε πώς. Απλά το ήξεραν. Κάτι τέτοια οι ερωτευμένοι τα ξέρουν από πρώτο χέρι. Κι έτσι, στροβιλίστηκαν μέσα σε αυτό το μαγικό τούνελ που το λένε έρωτα.

Αυτό το τούνελ τους έβγαλε σε μια παραλία, όπου το αγοράκι έκανε πρόταση γάμου στο κοριτσάκι (κι ας μη συμφωνούν ότι ήταν κανονική πρόταση και οι δύο).

Φυσικά το κοριτσάκι μας δέχτηκε, και τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Την ντύσαμε, έγινε η πιο όμορφη νυφούλα του κόσμου, και την παραδώσαμε στο Γελαστρόνι με την ευχή να την κάνει πάντα χαρούμενη κι ευτυχισμένη.

Ξέρετε πόσο πολύ σας αγαπάω. Σας ευχαριστώ που με αξιώσατε να πάρω κι από κοντά μια μικρή γεύση από το παραμύθι σας…

Υ.Γ.Γαμπρέ,στη δώσαμε μόνο και μόνο επειδή όταν την κοιτάς είναι λες και βλέπεις το μεγαλύτερο και πιο γλυκό ζαχαρωτό του κόσμου.Να μας την προσέχεις.

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2007

Εσείς έχετε ουράνιο τόξο;

Αλήθεια, είχατε ποτέ ουράνιο τόξο δικό σας; Εγώ έχω. Καταδικό μου. Φρέσκο φρέσκο μάλιστα. Και μονίμως πάνω από το κεφάλι μου.
Από μικρό παιδάκι μου άρεσε να χαζεύω στο πάρκο μετά τη βροχή την αχνή, πολύχρωμη καμάρα που έβλεπες μόνο αν έφερνες το κεφάλι σου στη σωστή γωνία. Ίσως γι’ αυτό μου έχει μείνει κουσούρι, όταν βλέπω κάτι όμορφο να γέρνω το κεφάλι ακόμα. Άλλωστε, ένα ουράνιο τόξο δεν είναι θέαμα για όλους. Πρέπει να θέλεις και να ξέρεις να το δεις.Μεγαλώνοντας, αραίωσαν οι βόλτες στα πάρκα μετά τη βροχή. Αραίωσαν και τα ουράνια τόξα. Το τελευταίο που χάζεψα ήταν ένα μικρούλι που ήταν φτιαγμένο από ένα αυτόματο ποτιστήρι σε ένα παρκάκι. Τεχνητό, αλλά τι να κάνουμε. Στην αναβροχιά…
Η αλήθεια είναι ότι ανακάλυψα το πιο μεγάλο και πολύχρωμο ουράνιο τόξο που έχω δει ποτέ μόλις χτες. Δεν το κατάλαβα αμέσως, γιατί τα ουράνια τόξα που ήξερα μέχρι τώρα ήταν χρωματιστά. Αυτό ήταν λευκό. Ξέρετε βέβαια ότι το λευκό περιέχει όλα τα χρώματα. Αρκεί να το διασπάσεις. Τώρα άμα δεν έχετε βρόχινο νερό, κάνουν και τα δάκρυα μια χαρά. Χαράς, προσμονής, συγκίνησης, όλα μας κάνουν. Απλά κοιτάξτε το, βουρκώστε λίγο, και γείρτε το κεφάλι. Και όλα τα χρώματα θα ξεχυθούν μπροστά σας. Τόσο απλό.
Μερικές φορές δεν ξέρεις πόσο τυχερός είσαι. Ή δεν το έχεις συνειδητοποιήσει. Το πεισματάρικο ανθρώπινο μυαλό σου αντιστέκεται σθεναρά προβάλλοντας ένα σωρό δικαιολογίες. «Είναι λίγος ο καιρός που σε ξέρει». «Δεν γίνεται να νιώθει το ίδιο». Κι άλλα τέτοια. Βλακείες λέω εγώ. Πιστέψτε στη μαγεία. Εθιστείτε στην ευτυχία κι ας σιχαίνεστε το ροζ (βγαίνει και σε γαλάζιο για κάτι μούκους σαν εμένα). Και κάντε ό,τι χρειάζεται για να μη σας φύγει. Φυλάξτε το σαν τον πιο πολύτιμο θησαυρό. Άλλωστε, όπως λέει κι ο Μικρός Πρίγκιπας, δε μπορείς να δεις καθαρά παρά μόνο με την καρδιά. Τα απαραίτητα είναι αόρατα για τα μάτια. Ακριβώς σαν το ουράνιο τόξο μου.

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2007

Δίψα για ΕΨΑ

Μία ακόμη ιστορία,για να έχω να διαβάζω αύριο και να μη στενοχωριέμαι…
Όταν ήμουν μικρή, έρχονταν συχνά στο σπίτι μας οικογενειακοί φίλοι των γονιών μου. Και συνήθως έφερναν μαζί τους και τα παιδάκια τους για να παίξουμε. Ένα από αυτά τα παιδάκια ήταν και η Μέλλω.
Οι γονείς μας ήταν χρόνια φίλοι,και μάλιστα πολύ καλοί. Και θεωρούσαν βέβαια ότι εγώ , σαν το νεότερο μέλος την οικογενείας,έπρεπε να συνεχίσω αυτή τη μακρά παράδοση. Και έτσι,έπρεπε να παίζω με τη Μέλλω όταν έρχονταν επίσκεψη…Δε μπορώ να πω,το παιδάκι ήταν η αποθέωση της καλοσύνης και της αθωότητας. Ίδιο ο Έλμο ο Γαργαλίτσας σε ανθρώπινη έκδοση. Κατέβαλλε κάθε δυνατή προσπάθεια να γίνουμε φίλες, πράγμα που πολλές φορές περιλάμβανε να τρέχει από πίσω μου ό,τι κι αν κάνω,όπου κι αν πηγαίνω.Παρόλα αυτά, εγώ τη θεωρούσα υπερβολικά μωρό για να μοιραστώ τα παιχνίδια μου μαζί της. Είχαμε άλλωστε και ΔΥΟ ολόκληρα χρόνια διαφορά.
Ένα βράδυ λοιπόν,πήγαμε σε ένα τσιπουράδικο. Καθόμαστε δίπλα δίπλα με τους γονείς απέναντι να μας καμαρώνουν,και ρωτάει ο μπαμπάς της:
«Κορίτσια,τι θέλετε να πιείτε;»
Εγώ,ως συνήθως,απάντησα ότι δεν ήθελα τίποτα.Εξάλλου αγγαρεία την έκανα την έξοδο με το «μικρό» να με κοιτάει με λατρεία δίπλα μου. Η Μέλλω πήρε μία πορτοκαλάδα. Δίνεται η παραγγελία, και εμφανίζεται ο χαρωπός σερβιτόρος με την πορτοκαλάδα μετά από μερικά λεπτά. Έλα μου όμως που εγώ την ήθελα τώρα. Πώς να το πω όμως; Την κοιτούσα να κάθεται στο ωραίο της μπουκάλι και να με κοιτάει. Ξέρετε, οι ΕΨΑ έχουν πάρει και βραβείο για το μπουκάλι τους, δεν είναι ότι κι ότι…Κι αυτό το αγαθιάρικο πλάσμα δίπλα να με κοιτάει και να χαμογελάει…Ε ήταν too much για έναν μελλοντικό ξεμμαλιαστή παρανυφακίων τόση καλοσύνη. Και έπρεπε να βάλω ένα τέλος. Ε, έδωσα κι εγώ μια στην καρέκλα…
Στη συνέχεια,θυμάμαι τη Μέλλω να την πηγαίνουν στο νοσοκομείο και να λέει το καημένο συνέχεια «δε φταίει η Δωρούλα,μην τη μαλώσετε…»,εμένα να σκέφτομαι ότι την έχω βάψει άμα πάμε σπίτι,και μετά μια πολύ σοβαρή συζήτηση με τη μαμά και το μπαμπά στο σαλόνι.Πάντως,προς υπεράσπισή μου,η μαμά μου λέει ότι δεν το έκανα εγώ,και το θύμα,ε…η Μέλλω, δε θυμάται καν το συμβάν. Μάλιστα, συγκατοικήσαμε κιόλας έναν ολόκληρο χρόνο. Κάτι φήμες λένε για πιθανή διάσειση…
Υ.Γ. Η φωτογραφία τραβήχτηκε πριν το απεχθές συμβάν και αποδεικνύει πιστεύω πως δεν είχα καμία κακή πρόθεση. Δε βλέπετε με τι αθώο βλέμμα την κοιτάζω…;